-Όσο μακρυά κι αν πας, η φυγόκεντρος θα σε έλκει πάντα στον πυρήνα. Πλήθος οι πληγές ιππεύουν των σελίδων σου το υφάδι κι οι συγχορδίες κρύβονται στων γιοφυριών τα τόξα. Δεν θα γυρίσεις! Διότι πάνω απ’ όλα έγινες ζώον ομολογητικόν! αντιγύρισε ειρωνικά ο σκορπιός, το ζωύφιο που καταβρόχθιζε δεν ήταν άλλος παρά ο ερωτικός του σύντροφος, με τον οποίο μόλις είχε συνουσιαστεί και κυοφορούσε τους καρπούς του.
Ο πληγωμένος του εγωισμός υπέπιπτε σε χιλιάδες αποκλίσεις και δεν αρκούσαν απλώς αφ’ εαυτών τα λάγνα ακκίσματα. Ήταν που το είναι του αναζητούσε ανάμεσα στις άτονες ερυγές του βορβόρου. Αδημονούσαν τ’ ανθολόγια τις μεταφράσεις και της Ιεράς Νόσου τις ανυπάκουες ορχήσεις. Ίσα που κρυφοκοίταξε σ’ ένα ακροτελεύτιο αντανακλαστικό προς την ανεξαρτησία. Η ταπείνωσή του, όμοια μ’ εκείνη αγέρωχου βράχου στο ηδονικό της αρμύρας λείχημα.
Στον αγριότοπο κοντοστέκεται ο σκαπανεύς και διερωτάται:
-Τι προς εξόρυξην;
Και βάναυσα αίφνης στεντόρειες τσιρίδες νυχτερίδων στις κατωφέρειες της δορυφοροποίησης.
Η ουρά του ζώου ανασηκώθηκε με μανία…
Ενθάδε κείται ληξιπρόθεσμο το Μέλλον…
*Το κείμενο είναι αλληγορικό και αναφέρεται στον ψυχολογικό απομονωτισμό, στον οποίο υπόκειται ο στρατιώτης πεζοναύτης, ο οποίος προτάσσει και εισπράττει καθημερινά τη βία.
Pages: 1 2