Η μοριοποίηση των ταυτοτήτων
Κάθε Παγκόσμιος Πόλεμος κατέληγε και σε μία Διάσκεψη, μέλημα της οποίας ήταν να οριστεί η ένταξη του κάθε εδάφους στην ανάλογη φτερούγα. Κάθε φορά ωστόσο η Μεγαλόνησος αποκλειόταν ως έκπτωτη απ’ την αγκάλη της Μητέρας-Ελλάδας κι ουχί απροσχεδίαστα. Το 1954 το Κυπριακό ζήτημα επιτυγχάνει αναγωγή σε διεθνοποίησή του, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν συνεχίζει να προσκρούει στην αδιαλλαξία των Βρετανικών Αρχών, οι οποίες είχαν στην ουσία τον πρώτο και τελευταίο λόγο κυριαρχίας επί της νήσου.
Αν θα πρέπει να εστιάσουμε σε κάτι είναι σίγουρα στο ότι διάφορες ανακατατάξεις συνταράσσουν συθέμελα τις τελευταίες δεκαετίες την περιοχή των Βαλκανίων, αναγωγή των οποίων κρίνεται σε επίπεδο μεσογειακό και μεσανατολικό με μόνιμη επωδό τους τις αντοχές της Δημοκρατίας. Διάφορες αλλαγές γεωπολιτικού πλαισίου ενδύονται συμβατότητα με θεμελιώδεις Αρχές της Δημοκρατίας παρ’ όλο που τα μέσα υλοποίησής τους απέχουν παρασάγγας απ’ τη δημοκρατική βάση.
Μετά την ιμπεριαλιστική περικύκλωση και κατ’ εφαπτομένη πτώση της ΕΣΣΔ η αναδυόμενη συνισταμένη εμφάνιζε πλείστες υποδιαιρέσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μικράς Ασίας, οι οποίες εξυπηρετούσαν συγκεκριμένα γεωπολιτικά συμφέροντα. Αναβίωνε ταυτοχρόνως ένας βίαιος προσηλυτισμός των μειονοτικών μερίδων, τους οποίους ο εκάστοτε παλαιός πυρήνας φεουδαλικού χαρακτήρα, ευελπιστούσε να ενθυλακώσει. Σε αυτό το πλαίσιο επανασυγκροτούνται οι αδελφότητες ή μυστικιστικά τάγματα ή όπως διαφορετικά θα μπορούσαν να ονομαστούν προς άγραν πάντα της επικλήσεως στο φρόνημα και του στόχου της εργαλειοποίησής τους σε ενδεχόμενο συγκρούσεων. Αντιπροσωπευτικό είναι το παράδειγμα της Αλβανίας, στην επικράτεια της οποίας μετά από 23 χρόνια επίσημης αθεΐας διενεργείται η «αποκατάσταση της θρησκείας» και παρελκόμενα βέβαια η επανασύσταση της Οικονομίας υπό καπιταλιστικές δομές και με πρόταγμα το δέλεαρ του κέρδους και τον εθισμό στην κατανάλωση.
Ο λόγος συσπείρωσης του ιστού θεμελιωνόταν παλαιότερα στην υπεροχή της εθνικής ταυτότητας, ενώ με την υπαγωγή της Χώρας στην πολυθρησκευτικότητα ο ιστός αναζητά σημεία αναφοράς στην υπεροχή θρησκευτικής ταυτότητας. Παρόμοιο θέμα εγείρεται με την κατηγορία των «Αιγαιατών», σλαβομακεδονικός πληθυσμός, ο οποίος μετά τη λήξη του ελληνικού εμφυλίου αποπέμπεται στο ομοσπονδιακό Κράτος της Γιουγκοσλαβίας, το οποίο τους εντάσσει ως προς το νομικό επίπεδο αλλά τους περιορίζει στο πολιτικό, με αποτέλεσμα το αίσθημα της μειονοτικής αυθύπαρξης να φουντώνει. Δόκιμο σ’ αυτό το σημείο ν’ αναφερθεί η υπογραφή μιας Συμφωνίας, κατά την οποία διαχωρίζονταν οι Μακεδόνες που γεννήθηκαν σε ελληνικό έδαφος από εκείνους που γεννήθηκαν σε γιουγκοσλαβικό έδαφος, κάτι το οποίο ακροθιγώς μοιάζει να είναι αρκετά λογικό αλλά μετά διεξοδικής αναλύσεως να εγείρει προβλήματα τόσο δικαιωμάτων όσο και προϋποθέσεων ένταξής τους σε πολιτικά κλιμάκια.
Μέχρι και το διάταγμα της 29ης Δεκεμβρίου του 1982, ως «πολιτικοί πρόσφυγες» άνθρωποι που εγκλωβίστηκαν στο γιουγκοσλαβικό έδαφος δεν μπορούσαν να περάσουν τα σύνορα, ώστε να δουν τα μέλη της οικογένειάς τους. Ο Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός παραδέχτηκε σε συνέντευξή του το 2000 πως «…ο εκπατρισμός των Σλαβομακεδόνων στο τέλος του Εμφυλίου Πολέμου εξυπηρέτησε την Ελλάδα και ανάλογη στάση αποτελούσε πάγια εθνική-πολιτική θέση να μην τους επιτραπεί ποτέ η επιστροφή.» Η «αριστερά» του ΠΑΣΟΚ ψήφισε μεν το διάταγμα του 1982, χωρίς να προβεί δε ποτέ σε περαιτέρω βελτίωσή του. Ο Στέλιος Παπαθεμελής σε μία δήλωση-βόμβα το 1991 ισχυρίστηκε πως «…θα ήταν εθνική αυτοκτονία να επιστρέψει σε ελληνικό έδαφος Ως Έλληνας εκείνος που έφυγε ως Σλάβος.» Παρόμοιες δηλώσεις-εισηγήσεις εκατέρωθεν αναζωπυρώνουν εδώ και χρόνια εθνικιστικές αναταραχές. Το να υπάρχει ελευθερία Πίστης ή ανεξιθρησκεία δεν ενέχει τίποτα το μεμπτό για την άδολη σκέψη. Όταν όμως στο ευρωπαϊκό ψηφιδωτό ομιλούμε για 282 «εθνοτικές ομάδες», τις οποίες προτίθεται να προσδέσει στο άρμα αυτονόμησής του το ΝΑΤΟ και δια μέσω πάντα ανθρωπιστικών παρεμβάσεων, τότε το νομικό πλαίσιο καθίσταται αδύναμο να προστατέψει τις λαϊκές ομάδες απ’ την απειλή της γενοκτονίας ή ακυρώνεται εν μία νυκτί.
Απ’ άκρη εις άκρον στη φλεγόμενη περιοχή Βαλκανίων-Μέσης Ανατολής έθνη-ομάδες-κράτη ή όποιον άλλον όρο αρέσκονται να χρησιμοποιούν, ενδύονται δικαιολογητικά ακραίων συλλόγων, ώστε να διεκδικούν ή να προσβάλλουν εδαφική ακεραιότητα. Επί αυτής της οδού στρατεύονται συγγραφείς-αναλυτές, τα κείμενα των οποίων κάνουν μνεία στη σπουδαιότητα διερεύνησης των «ιδιαιτεροτήτων και της ρίζας» της κάθε ομάδας, η οποία δύναται να παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά. Αδόκιμο να ξεχάσουμε ν’ αναφέρουμε την εστίαση σε φαινόμενα διωγμών και κατ’ επέκταση το συνδαύλισμα μίας μορφής αέναου μίσους, το οποίο οδηγεί σε ακρότητες, όπως αυτά που βλέπουμε συνέχεια να εκτυλίσσονται μπρος στα μάτια μας.
Ισλαμοποίηση λοιπόν απ’ τη μία. Έξαρση εθνικισμών στον αντίποδα. Ηγέτες μουσουλμάνοι διατείνονται έμμεσα επανισλαμοποίηση των χαμένων κοινοτήτων. Ηγέτες άλλων Θρησκειών να εγείρουν απαράμιλλους εθνικισμούς. «Ο εθνοτισμός θεωρείται ως μηχανισμός κατηγοριοποίησης-αυθόρμητη λογική ταυτοποίησης. Το πλαίσιο της διαντίδρασης είναι αυτό της συνάντησης μεταξύ μιας ομάδας προσφύγων σε θέση μειονότητας και της πλειοψηφούσας ομάδας υποδοχής, κοινωνικά κυρίαρχης.» δια στόματος Κας Monova, κοινωνική ανθρωπολόγος.
(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)