Κι ό,τι το μυαλό του ίσκιωνε χωρίς να φταίει.
Κι ό,τι μετρούσε χωρίς να επιθυμήσει,
Κι ό,τι αυθαιρετούσε χωρίς να ρωτήσει∙
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα συνιστά επίσης και η «κατοχική πείνα», που επεβλήθη κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα από τους Γερμανούς κατακτητές και τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις. Σε προσωπικές του σημειώσεις ο Paul Joseph Goebbels αναφέρει: «Έλαβα μιαν αξιοθρήνητη αναφορά για την κατάσταση στην Ελλάδα. Εκεί η πείνα έχει καταστεί ενδημική νόσος. Στους δρόμους της Αθήνας οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξάντληση, όλα αποτελούν συνέπεια του βάναυσου βρετανικού αποκλεισμού και μάλιστα εναντίον ενός λαού που επιπόλαια θέλησε να βγάλει για λογαριασμό των Άγγλων τα κάστανα από την φωτιά. Αυτό είναι το ευχαριστώ του Λονδίνου».
Και οι Βρετανοί δια στόματος του Γουόρνερ: «Το πρόβλημα είναι:Πόσο αξίζει για μας η καλή θέληση των Ελλήνων; Έχει μεγαλύτερη σημασία για μας ο στόλος τους, η αποτελεσματικότητα της παθητικής τους αντίστασης και η ένοπλη αντίσταση των ελευθέρων στρατευμάτων τους, ώστε να διευκολύνουμε τον εφοδιασμό της Ελλάδας με σιτηρά ή βαραίνει περισσότερο το κέρδος που τότε θα αποκομίσει ο εχθρός;
Είναι σημαντικό να έχουμε ένα υγιή πληθυσμό 7,5 εκατομμυρίων αγγλόφιλων Ελλήνων για να ενισχύσουμε τη μεταπολεμική θέση μας στην Ανατολική Μεσόγειο ή να αποδεχθούμε τη μείωση του ελληνικού πληθυσμού από πείνα, την καταστροφή της υγείας του -κυρίως των παιδιών- καθώς και τη μεταστροφή των διαθέσεών του σε βίαια αντιβρετανικές; Πρέπει να ζυγιστούν πολύ αποφασιστικά τα υπέρ και τα κατά, πριν αποφασίσουμε να εγκαταλείψουμε την Ελλάδα σε λιμοκτονία. Επίσης, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι οι Έλληνες δεν θα λιμοκτονήσουν σιωπηλά. Επιπλέον θα πρέπει να υπολογίσουμε τον αντίκτυπο στην κοινή γνώμη των ΗΠΑ»
Η τροφή αποτέλεσε τη βασική αφορμή για ριζική υποδούλωση, «Παιδιά οχτάχρονα, δεκάχρονα, δωδεκάχρονα, σε ώρες που έδενε το κορμί τους και χρειάζονταν τα καλύτερα υλικά για να τραφούν, έσβυναν, έγερναν και βυθίζονταν στο θάνατο μέσα σε σπίτια σκοτεινά και παγωμένα, όπου στο τζάκι δεν έβραζε τσουκάλι, όπως πριν...», όπως αναφέρει ο Ευάγγελος Ρούσσος σε μαρτυρία του, κάτι που δικαιολογούσε τη σύσταση «Ιδρυμάτων». Τοιουτοτρόπως δγμιουργήθηκε η «Στέγη του παιδιού», στεγασμένο στο κτήριο του παλιού Ορφανοτροφείου Αρρένων στους Τρεις Ιεράρχες, σημερινό 3ο Γυμνάσιο, όπου μεταφέρθηκαν περίπου 50 παιδιά κουρελιασμένα και σκελετωμένα, «έγκριτες κυρίες» της «υψηλής τάξης» ανέλαβαν να «ξεψειριάσουν τα παιδιά»-τους φόρεσαν από μια καμιζόλα κι ένα σωβρακάκι από κάμποτο, φτηνό, από τα συριανά υφαντήρια-τους προμήθευαν μια ζεστή σούπα και μια φέτα ψωμί κάθε μέρα.
Στα μέσα του χειμώνα 1941-1942, στην Αθήνα όπως και στον Πειραιά και στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, ατέλειωτες ουρές σχηματίζονταν μπροστά στα δημαρχεία, τα σχολεία, τις διοικητικές υπηρεσίες, τις τράπεζες κι άλλα ιδρύματα. Χιλιάδες πολίτες περίμεναν υπομονετικά, μ’ ένα άδειο κουτί κονσέρβας στο χέρι, τη διανομή του συσσιτίου. Εργάτες και μικροϋπάλληλοι, αλλά και καθηγητές, διάσημοι συγγραφείς και ζωγράφοι, μέλη της Ακαδημίας, νέοι και γέροι, έκαναν όλοι ουρά, μέσα στον παγερό άνεμο του χειμώνα, για να επωφεληθούν από τη διανομή τροφίμων που δεν ήταν, το συχνότερο, παρά μια σούπα από βραστά ξεροφάσολα με λίγο λάδι από πάνω. Η ευθύνη του συσσιτίου, μια επιχείρηση στην πραγματικότητα που απαιτούσε τεράστιο αριθμό από διαβήματα, ριψοκίνδυνες μεταφορές, κρυφές μάχες στα υπουργεία και τις Κομμαντατούρες, ήταν ειλλημμένη από Κράτος-Δημάρχους-Σύλλογοι-Οργανώσεις, αντιστασιακές και μη, οι οποίοι διαχειρίζονταν τα αποθέματα τροφίμων με σκοπό την ανάρρηση του γοήτρου-επικυριαρχίας του έκαστος.
Η Ελλάδα και πριν τη Γερμανική κατοχή έκανε εισαγωγές σιτηρών διότι δεν επαρκούσε η ντόπια παραγωγή, το 1938 εισάγονται 474.562 τόνοι σιτηρών-το 1939 εισάγονται 364.298 τόνοι. Το 1940 μειώνεται η εισαγωγή λόγω εμπορικών περιορισμών, που επιβάλλει ο Μεταξάς με την κήρυξη του πολέμου, κάθε μήνα, θα επιτρεπόταν στους καταθέτες η απόδοση χρηματικού ποσού μέχρι το ύψος του 5% των καταθέσεών τους, με ανώτατο όριο το ποσό των 10.000 χιλιάδων δραχμών. Για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις γνωμοδοτούσε η Ειδική Επιτροπή των Τραπεζών, ώστε να κάνουν μεγαλύτερες αναλήψεις.
Η κατάσταση της επάρκειας τροφίμων επιδεινώνεται λόγω επιστρατεύσεως του ανδρικού πληθυσμού-επίταξης υποζυγίων και τρακτέρ-έλλειψη λιπασμάτων-προσάρτησης των περιοχών της Μακεδονίας και Θράκης στην Βουλγαρία-επανειλλημμένες αφαιμάξεις των ήδη λιγοστών τροφίμων από τους Γερμανούς για τις ανάγκες του Τρίτου Ράιχ. Διάφορες αντιστασιακές ομάδες κάνουν έκκληση στους παραγωγούς να μην παραδώσουν στις αρχές τα γεωργικά προϊόντα, ώστε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να σταλούν και αυτά στη Γερμανία. Οι χωρικοί, ιδιαίτερα οι εύποροι αγρότες, κρύβουν τη σοδειά τους, με αποτέλεσμα την εμφάνιση θλιβερών συμπτωμάτων αισχροκέρδειας. Τα επιτετραμμένα μέλη των κυβερνήσεων της Κατοχής εκμεταλλεύονται επίσης την πείνα για να πλουτίσουν, καταφέρνει μεν να αποσπάσει δέσμευση των Γερμανών ότι όποια τρόφιμα εισάγονταν θα άνηκαν αποκλειστικά στους κατοίκους της ρημαγμένης Ελλάδας όπου οι άνθρωποι λιμοκτονούσαν, αναθέτει δε στον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό να διαπραγματευτεί με τους Άγγλους.
Το 1942 οι Ιταλοί στέλνουν 800 τόνους δημητριακών, ενώ οι Γερμανοί φορτίο 10.000 τόνων, αλλά το πλοίο που εκτελούσε τη μεταφορά βυθίστηκε από τους Άγγλους έξω από τις ελληνικές ακτές, επειδή οι Βρετανοί επικαλούμενοι τη Συνθήκη της Χάγης προβάλλουν το επιχείρημα ότι «οι κατακτητές είναι υπεύθυνοι για την διατροφή των κατοίκων στις κατεχόμενες περιοχές». Ο Γερμανός πληρεξούσιος, προπαγανδίζοντας ότι «ο αποκλεισμός είναι αντίθετος προς το Διεθνές Δίκαιο», ζητά άλλο φορτίο το οποίο δεν φθάνει ποτέ στην Ελλάδα. να διασαφηνιστεί πως Μεγάλες Δυνάμεις υπολογίζουν ότι ο αποκλεισμός θα φέρει λιμό στους κατεχόμενους πληθυσμούς και ο Λιμός θα συνεπιφέρει αναταραχές, πράγμα που θα φέρει σε δύσκολη θέση τους Γερμανούς, έτσι ο Τσόρτσιλ υποστήριξε τη συνέχιση του αποκλεισμού αδιαφορώντας για τις συνέπειες στον πληθυσμό.
Το κλίμα καθίσταται ολοένα και προσφορότερο για «Επιχειρηματική Καινοτομία», οι Ιταλοί επιθυμούν διακαώς να διαχειριστούν την αποστολή-διανομή τροφίμων και τον έλεγχο της ντόπιας παραγωγής, οι Γερμανοί θέλουν να αναλάβει αποκλειστικά την επιχείρηση η Ελεγκτική Επιτροπή της Αθήνας, στην ιεραρχία της οποίας βρίσκονταν Σουηδοί και Ελβετοί «αμερόπληπτοι» Διπλωμάτες, η Σουηδική Κυβέρνηση επικυρώνει μηνιαίες αποστολές στην Ελλάδα 15.000 τόνων καναδικών σιτηρών με σουηδικά πλοία! Τα καναδικά σιτηρά τα δίνει δωρεάν η Καναδική Κυβέρνηση και φυσικά έχουν να κάνουν με τους πληρωμένους 350.000 τόνους σιτηρών της κυβερνήσεως Κορυζή που είχαν τεθεί από την κυβέρνηση Τσουδερού στην διάθεση της Βρετανικής Επιμελητείας Μέσης Ανατολής, τα έξοδα μεταφοράς που ανέρχονται σε 1.000.000 δολάρια μηνιαίως τα εγγυάται η εξόριστη κυβέρνηση με την υποστήριξη της GWRA=Greek War Relief Associatiion, όταν τα κονδύλια των δύο φορέων εξαντλούνται ο Ρούσβελτ εγκρίνει την κάλυψη των λοιπών εξόδων με το σύστημα «δανεισμού και εκμίσθωσης=Lend-Lease». Μέχρι τον Μάρτιο του 1945 μεταφέρθηκαν 600.000 τόνοι αγαθών-ωφελήθηκαν περίπου 3.000.000 άνθρωποι-κέρδισαν τεράστια χρηματικά ποσά Ελβετοί-Σουηδοί-Καναδοί επιχειρηματίες.