Τον άρτον ημών τον επιούσιον

Τον άρτον ημών τον επιούσιον

Σ’ ύφαλο φως ισχνό επί του ρείθρου έρεισμα.
Και πόσο να παγιδεύεται απ’ ευετηρίας δίχτυα πιθανής∙
Σ’ αισθητική φενάκης αδρότητα.

 

 

Με το πέρασμα του ανθρώπου στην καλλιέργεια-κατοχή της τροφής του διαγράφεται μια νέα πολιτειακή-οικονομική-πολιτιστική Τάξη πραγμάτων, η οποία επινοεί τα εργαλεία της δημογραφίας και των επιστημών για να ελέγξει εφ’ ενός τις συνθήκες του περιβάλλοντος προς διευκόλυνση της αύξησης του πληθυσμού και να υποθάλψει αφ’ετέρου την επιβολή διατροφικών προλήψεων προς σταδιακή διαστρωμάτωση-ομαδοποίηση των ανθρώπων σε αντίποδες άρρηκτα συνδεδεμένους.
Η αντίθεση Πόλης-Υπαίθρου εμφανίζεται ως επινόηση στην ελληνική αρχαιότητα του 5ου αιωνα Π.Κ.Ε. και εν μέσω ιδιαζουσών συνθηκών του Πελοποννησιακού Πολέμου. Πριν την εποχή αυτή η ζωή του Αθηναίου Πολίτη ήταν συνυφασμένη με τη γη, αφού κατοικούσε έξω από την Πόλη κι επισκεπτόταν το άστυ σε περίπτωση οικονομικών-πολιτικών-θρησκευτικών διεκπεραιώσεων.
Στον 5ο αιώνα οι ιδιοκτήτες γης διαμένουν πλέον στην πόλη-οι κατοικίες της υπαίθρου ενδύονται χαρακτήρα επικουρικό. Κατ’ επέκταση οι μόνιμοι κάτοικοι της Υπαίθρου ονομάζονται «Αγροίκοι», αυτοί δηλαδή που κατοικούν κοντά στον αγρό. Οι αγροί=ακαλλιέργητες εκτάσεις διακρίνονταν από την άρουρα=εύφορη γη, εξ ου και ο αρουραίος=αγροτικός ενώ ο άγριος προέρχεται ετυμολογικά από το αγρέω-άγρα=κυνήγι. Σε αυτό το χρονικό σημείο τελείται και ο διαχωρισμός Άγριου=Κυνηγός-Συλλέκτης και Αγροίκου=Ποιμένας-Καλλιεργητής, κατ’εφαπτομένη αναφύεται το χωροταξικό-πολιτισμικό-οικονομικό-πολιτικό δίπολο
Ύπαιθρος και Αστικό τοπίο.
Στις Νεφέλες ο Αριστοφάνης άπτεται με καυτηριαστικό τρόπο της μετάβασης. Ο Αγροίκος Στρεψιάδης εγκαθίσταται στο άστυ μετά τον γάμο του με αριστοκράτισσα. Ο γιος τους Φειδιππίδης διάγει έκλυτο βίο με αποτέλεσμα να σπαταλήσει όλη την οικογενειακή περιουσία, πράγμα που προτρέπει τον πατέρα να τον στείλει στη Σχολή του Σωκράτη με την ελπίδα να διδαχθεί τον Δίκαιο και τον Άδικο Λόγο, ώστε να αντιμετωπίζει τις δίκες που επίκειντο, χωρίς αποτέλεσμα ωστόσο. Στην ουσία ο Αριστοφάνης φέρνει αντιμέτωπους τον «απροσάρμοστο» Αγροίκο με τον «εξευγενισμένο» Πολίτη διακωμωδώντας τη σοφιστική αστικοποίηση μέσα από τις διδαχές των «Ειδικών» και λοιδορώντας την Εκπαίδευση ως λίθο διαφθοράς και υπονόμευσης της Ελευθερίας.

Από αυτό το σημείο της μετάβασης και εντεύθεν η διατροφή διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ιεραρχική διαστρωμάτωση της κοινωνικής πυραμίδας ως ενδεικτικό της θέσης.
Στον Πλούταρχο αναφέρεται πως στην Αθηναϊκή Κοινωνία οι άρτι ενηλικιωθέντες οδηγούνταν στον ναό της Αγλαύρου για να ορκιστούν πίστη στην πατρίδα τους, στην οποία φυτρώνουν το σιτάρι-το αμπέλι-η ελιά, κατά τον όρκο. Τα στοιχεία δεν λειτουργούσαν μόνο ως αναγνωριστικά του «εδάφους της πατρίδας» αλλά συνέβαλαν στη διαμόρφωση ενός συγκεκριμένου συστήματος διατροφής.
Αντίθετα οι Κέλτες, Βάρβαροι όπως τους αποκαλούσαν οι Αθηναίοι και οι Ρωμαίοι, είχαν μυηθεί σε διαφορετικό τρόπο επαφής με τη Φύση, όλες οι εκτάσεις αφήνονταν ακαλλιέργητες και προσβάσιμες για ελεύθερη βοσκή.
Στην Ελλάδα και τη Ρώμη η παραγωγικότητα αποδεικνυόταν με βάση την ποσότητα που προέκυπτε από τη συγκομιδή των καλλιεργούμενων προϊόντων ενώ στο ανάγλυφο των Βαρβάρων η μέτρηση αποτυπωνόταν στην ποσότητα των καρπών που μπορούσαν να θρέφουν χοίρους, οι οποίοι με τη σειρά τους συνιστούσαν το θεμελιώδες τρόφιμο των Κυνηγών.
Με την εξάπλωση των βαρβαρικών φύλων στην ευρωπαϊκή επικράτεια το κρέας αποκτά συμβολική αξία όχι μόνο διατροφικής προελεύσεως ως εξασφάλιση ενέργειας-ευρωστίας αλλά και ουσιαστική αναγνώριση εξουσίας, αφου προσδίδει ικανότητα προς μάχη. «Ειδικοί» αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν την κρεοφαγία «επιστημονικά», ώστε να παγιωθεί σιγά-σιγά το στρώμα των ισχυρών, όσοι έχουν την οικονομική άνεση πλέον να διατρέφονται με κρέας, και το στρώμα των ταπεινωμένων, οι μη-έχοντες πρακτικά την πρόσβαση.

Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία προωθείται το Πρόγραμμα Δικαιώματος σε Κοινωνικές Παροχές υπό τον νόμο «Lex Frumentarium=Νόμος περί Σιτηρών», το οποίο καθιέρωσε ο Γάιος Γράκχος το 123 Π.Κ.Ε. Οι κάτοικοι ήταν καταγεγραμμένοι κι επωφελούνταν από ποσότητες τροφίμων σε επιδοτούμενες τιμές, σύμφωνα με μελέτη επιγραφών προς αξιωματούχους που διεξήγαγε ο Rickman το 1980. Υπήρχαν κι άλλα προγράμματα, επονομαζόμενα alimenta, τα οποία συνοψίζονταν σε Τακτικές για παροχή Οικογενειακών Δικαιωμάτων επί της Τροφής.

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

Leave a Reply