Συγγνώμη…
Αδράχνω τη γραφίδα ή εκείνη μ’ αδράχνει,
Στους Πολέμους δεν υπάρχει νικητής ούτ’ ηττημένος.
Σε μάχες κακώς μ’ έριξες!
Οι δαρμοί τον πόνο μου ατσαλώνουν,
Στα χείλη λεκιάζουν γέλιο βεβιασμένο∙
Θεατρινισμού επιτηδεύονται καμώματα,
Και κερδισμένη φαντάζω και κατακτητής.
Στο έγκλημα θύτης δεν υπάρχει ούτε θύμα.
Σε προστριβές με τις τυπικές διαιρέσεις μου,
Κακώς μ’ έβαλες!
Γιατί απ’ αυτές πάντα απαλλαγμένη μοιάζω,
Όσο σε μαστροπεία θα πουλάς τον όλεθρο∙
Κι η συγγνώμη μου μια σκέτη φλυαρία,
Σάβανο να σκεπάζει το πτώμα.
Θυμάσαι…
Μ’ είχες στην τρώγλη μου επισκεφτεί,
Κει π’ η απώλεια θριάμβευε απεριόριστη∙
Καμία σελίδα μου νίκες δεν είχε,
Σε κανέναν απ’ τους Ωκεανούς μου δεν ξαπόσταιναν ψαράδες∙
Κι όλα τα όρη μου άγονα χωρίς βλαστάρια.
Αφού ό,τι με μόχθο έχτισα,
Σε φως γκρέμισα κακοφορμισμένο.
Και της ψυχής όλα τ’ ανάπηρα πρόσωπα είχες δει,
Σαν φθίση παντέρημη και νηστική∙
Να τη λιθοβολούν αλύπητα τα βότσαλα.
Υποταγμένο το Μηδέν μου εκεί που τ’ άφησες,
Σε σκούρο λάδι της φωτιάς πρόωρη γέννα∙
Τον οίστρο μου γι’ αντίδωρο ακριβό.
Κι ως έσκυβα νερό απ’ το χώμα να βυζάξω,
Μ’ ανάβλυζε αίμα πηχτό πυορροούν∙
Ο φόβος μου παράξενα λουζόταν,
Στης Τρομοκρατίας τις πηγές∙
Κι η αμηχανία μου θρυμματισμένη,
Σε πύλες Κολάσεως συνοριακές…
Συγγνώμη…
Η εποχή π’ όλα τ’ αποστρεφόμουν έχει παρέλθει,
Κι έχει πολύς διαρρεύσει χρόνος∙
Μέχρι ν’ αποτινάξω τη συμπάθεια για τα πάντα.
Κι έτσι προσηνής κι απόμακρη ταυτόχρονα,
Καλοδιάθετη αλλά σε τελική ανάλυση∙
Ακατάδεκτη με όλους,
Απόληξη μιας σερενάτας συνιστώ,
Σ’ έναν Κόσμο π’ έχει τους τροβαδούρους του∙
Αποχωριστεί…
* Το γυροσκόπιο αντίληψης της Ευαγγελίας Τυμπλαλέξη οδυνάται για τα κακώς κείμενα στον Πλανήτη. Νιώθει να πάλλεται σε χώρο μαγνητικά απομονωμένο και η πυξίδα έχει χαθεί.