Η τελετή του μαύρου Ήλιου
(Τα Θέσφατα των Θεών)
Και χαμηλά κάτω, σαν στον πάτο ενός πικρού γκρεμού,
με μια σκληρή απελπισία στην καρδιά,
ανοίγεται οκύκλος των έξι σταυρών,
τρεις χαμηλά,
σαν αγκιστρωμένοι από τη μητέρα γη,
απαγκιστρωμένι από το βρομερό σφίξιμο της μητέρας που αφρίζει.
Η γη από μαύρο κάρβουνο
είναι ο μόνος υγρός τόπος
σ’ αυτήν τη βραχώδη σχισμή.
Η Τελετή συνίσταται στο να περάσει ο καινούργιος Ήλιος, από εφτά σημεία, προτού εκραγεί στον ορίζοντα της Γης.
Και βρίσκονται εκεί έξι άνθρωποι,
ένας για τον κάθε ήλιο,
και ένας έβδομος άνθρωπος
που είναι ο όλος αυστηρότητα ήλιος
ντυμένος στα μαύρα κι ερυθρόδερμος.
Τώρα, αυτός ο έβδομος άνθρωπος
είναι ένα άλογο,
ένα άλογο μ’ έναν καβαλάρη που το οδηγεί.
Ο ήλιος, όμως, είναι το άλογο
και όχι ο ανθρωπος.
Πάνω στο σπαραγμό ενός ταμπούρλου
και μιας μακριάς τρομέτας παράξενης,
οι έξι άνθρωποι που ήταν ξαπλωμένοι,
κουλουριασμένοι στη γη,
ανατέλλουν σιγά-σιγά σαν ηλιοτρόπια
όχι σαν ήλιοι
αλλά σαν περιστρεφόμενα εδάφη,
σαν λασπόνερα,
και σε κάθε ανατολή αντιστοιχεί το γκονγκ,
πάντα πιο σκοτεινό και υπόκωφο του ταμπούρλου
μέχρις ότου ξαφνικά, εμφανίζεται να φτάνει με γρήγορο καλπασμό,
με μια ηλιγγιώδη ταχύτητα,
ο τελευταίος ήλιος,
ο πρώτος άνθρωπος,
ο μαύρος καβαλάρης μ’ ένα γυμνό άνθρωπο,
εντελώς γυμνό και παρθένο πάνω του.
Πηδώντας όρθιοι,
προχωρούν ακολουθώντας κυκλικούς μαιάνδρους
και τ’ άλογο με τη ματωμένη σάρκα τρελαίνεται
και περιφέρεται χωρίς σταματημό
στην κορυφή του βράχου του
μέχρις ότου οι έξι άνθρωποι ολοκληρώσουν εντελώς
το κύκλωμα των έξι σαυρών.
Τώρα η αποθέωση της Τελετής είναι πράγματι
Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ.
Μόλις σταματήσουν να περιστρέφονται,
ξεριζώνουν τους σταυρούς απ’ τη γη
και ο γυμνός άνθρωπος πάνω στο άλογο
δείχνει ένα τεράστιο πέταλο
που το βούτηξε σε μια πληγή,
στο ίδιο του το Αίμα.