Savoir Vivre - Μέρος III

Savoir Vivre – Μέρος III

Πράξη 3η

 

Μόνο μια στιγμή φοβήθηκα
Σαν μπήκα λυμφατικό νινί στη Μπάρα
Με σαγιονάρα διχαλωτή και νύχια Μωβ
Ούλες συνάχθηκαν οι μπογιατισμένες καγκάγιες
Στο πιο μισητό τους Όνειρο
Μαχαίρι στην πλάτη μου ο Φθόνος

Έπεσε κι άνοιξε απότομα η βαλίτσα
Μια ζακέτα, μια πάνινη κούκλα και λίγα βρακιά σατέν
Έτσι!
Παραφωνία στο δωμάτιο ξεδιάντροπη
Έλειπε το ύφασμα, η κλωστή, η βελόνα
Να σουλουπώσει τ’ άστρωτα σεντόνια
Μόνο ένα στρογγυλό μαξιλαράκι
Σε μέγεθος κουραμάνας
Της συνουσίας εργαλείο για τσίτσιδες Υπάρξεις
Μια καρέκλα κουτσή και το μαγγάλι της πουτάνας
Μπορεί κείνη την πατατούκα να φοβήθηκα
Καλτακανά ριγμένη στη σάρκα μου ισόβια
Οραματίστηκα την όψη τη μαβιά στα μπούτια μου
Νικιέσαι καμιά φορά…

Ήμουν η πιο σπουδαία κι απ’ τις Λέχες
Πάντα η «Καθαρά» με τη γερμένη πόρτα
Και τραβηγμένο στο παραθύρι κουρτινάκι
Ανατολή και Δύση χαμένων Παραδείσων
Για τη διαβόητη Καταδίωξη μέγα σαράκι
Για τους Νοικοκυραίους;;
Φολιδωτή Οργασμού αγένεια
Που ‘χαν στο φράχτη τους
Την ταμπέλα «Οικογένεια»
Αλλά καμώνονταν ταυτόχρονα τον Νταβατζή
Μιας ακολάστου γυναικός
Με το Υπερμάχω φωτογένεια
Και στ’ αφροδίσια πάθη πατητή
Γκρέμισμά μας στην άδεια Βάθρα
Χρεώστες άλλωστε πεθαίνουμε οι Θνητοί…

Κι από «παραδιδόμενη σεμνή παρθένα»
Ένεκα Πτωχείας αγορασμένη προς εκμετάλλευσιν
Κατάπια την υγρασία και βούτηξα στην Αρένα
Το Καλοκαίρι Κουρνιαχτός
Και Λάσπη τον Χειμώνα
Μες στο τεζάχι της Πατρόνας
Την παρθενία μου έδωκα ολοταχώς
Κι ήρθα στα Βούρλα
Να διαβώ την κόκκινη Πορτάρα
Καθότιν και ικανή για δικαιοπραξίαν μερικώς
Ο Μπράβος
Η Υπηρέτρια
Η Μαντάμα
Στο Μαύρο Θέατρο
Οι Διάβολοι κερδοφορούν αντάμα
Πως περνούν τις περιλήψεις οι Γραφιάδες
Τους αριθμούς σε πίνακες στατιστικούς οι Ταμίες
Σαν τρύπωνε κάνας Μπαστουνόβλαχος
Μ’ αχρείαστα διπλώματα στο τσερβέλο
Φαντάρος τίμιος και μ’ αξιώσεις ευπατρίδου
Κι εκείνη
Η πούστικη η Κλούβα του Τμήματος Ηθών
Καμιά Κασσάνδρα δεν ήταν για τα γούστα μου
Μόνιμες
Ή Πρωτάρηδες
Ή Μπαταξήδες
Και μου την έσπαγε στα νεύρα
Η κυριακάτικη καμπάνα…

Άλλαξα τόσα ονόματα
Αντίδωρα στις αλλεπάλληλες φονεύσεις
Και τώρα εσύ
Μέσα στο φορητό εργαστήριο του Γάμου
Οίκτον τρανό αρχίνισες να ορέγεσαι για μένα
Κι όμως!
Εγώ το γούσταρα
Από τους Σατανάδες στο Συγγρού
Και στο Δρομοκαϊτιο τους Μασκοφόρους
Με τις λευκές τις μπλούζες
Κάλλιο χίλια ονόματα
Σε μαχαιρώματα ανάμεσα και φονικά
Καλλιστώ και Πορφυρία
Ξύλο απ’ τον σωματέμπορα
Ανδρομάχη και Πανσέμνη
Βλενόρροια στάζει η Τέμπερα
Πουτολένην κι Ελπίδία
Στα δίχτυα του κρατικού ζωέμπορα
Αχ! Πως οπισθοχωρείς
Γεμάτος καχυποψίαν
Έτσι καθώς μουρλάθηκες
Από την αγαμίαν…
Το μόνο που ζήτησα
Ήταν να μην σας βλέπω
Στρατόκαυλοι καβάλα στην Κλεψύδρα
Και το χατίρι σας να ζητιανεύει στον Τζεπέτο
Στο εφηβαίο φυτεμένη μια οπλοβομβίδα
Καθώς φορτίζει τον κάθε Κράχτη
Χίλια κομμάτια το σερβίτσιο σας το ακριβό
«Μια Γριά μονοδοντού
Άντρα γύρευε η Πορδού»
Καθώς περονιάζει τα κόκκαλά σας
Η Μοναξιά
Σας φυσά μ’ ένα γιούφι
Ηρωϊνη στα ρουθούνια
Να σας δώκει μια ψωλή
Να γαμιέστε μοναχοί
Καθώς θερίζει τα σωθικά σας
Η Πείνα…

Τρέμουν ραγίζουν τα Βουνά
Κάμποι, μη λουλουδίστε
Αι στα διάλα!

Το μόνο που ζήτησα είναι να μην σας βλέπω

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5

Leave a Reply