Η γενιά Τζηλ αλ-Θάουρα διακατεχόταν απ’ το τραύμα του ξεριζωμού, το οποίο τους στερούσε το στίγμα του εδάφους. Όπως χαρακτηριστικά έλεγαν για τη γενιά Τζηλ Φαλαστήν: «Οι παππούδες και οι γονείς ήξεραν τι σημαίνει να είσαι Πολίτης και να έχεις δικαιώματα. εμείς γνωρίσαμε τι σημαίνει να είσαι Ξένος-Πρόσφυγας-Αλλιώτικος στις Πολιτείες των Άλλων»!! Η γενιά Τζηλ αλ-Θάουρα κατέχει τα εφόδια λοιπόν για να αμφισβητήσει την υπεροχή του Ισραήλ. Στέκουν θυμωμένοι μπροστά στην αδυναμία των γονιών τους να φύγουν απ’ τα Παλαιστινιακά χωριά. Η αποφασιστική ενασχόληση της γενιάς Τζηλ αλ-Θάουρα με πολιτικές δραστηριότητες=«Νασάτ» επικαλύπτει την παθητικότητα των προηγούμενων γενιών. Η γενιά Τζηλ αλ-Θάουρα καταλάβαινε πως δεν μπορούσε να λειτουργεί ως προέκταση της εξωτερικής Πολιτικής του Νάσερ και των υπολοίπων Αραβικών Καθεστώτων. Η προθυμία ευνοείται απ’ το γεγονός πως στα στρατόπεδα ήταν συγκεντρωμένοι αγρότες κι επομένως δεν υπήρχε ταξική ανισότητα, η οποία να μετατρέπεται σε τροχοπέδη της επαναστατικής ροής και αντίληψης.
«Μοιραζόμασταν όλοι τη χαμοζωή. Θέλαμε ριζική αλλαγή όλοι μας» και η ρήση αποδεικνύει περίτρανα πως η κάθε μορφή Εξουσίας κατά την ανάρρησή της ευεργετεί μονομερώς Κλάδους με προνόμια, ώστε να τους μεταβιβάζει και την αντίδραση σε περίπτωση ανατροπής του καθεστώτος απ’ τις Τάξεις, που δεν ευνοήθηκαν. Μόνο όταν όλοι δυστυχούν, οπλίζουν το μυαλό και το χέρι για διεκδίκηση…
Η Επανάσταση ως μονόδρομος
Η Επανάσταση ήταν μονόδρομος, όπως ιχνηλατήθηκε η πορεία των Παλαιστινίων. Όσο ο Άνθρωπος «ευημερεί» στη θέρμη της εξέγερσης, εξακτινώνει την υπόστασή του, ενθρονίζει το είδωλό του στις απροσμέτρητες διαστάσεις του Λαμπερού. Όταν ωστόσο ακολουθήσουν οι σχεδιασμοί περί συσχετισμού αυτής της εξέγερσης στο πλαίσιο των ανατροπών κι εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή, καταφτάνει το πολύεδρον της διαχείρισης των απορροιών της Επανάστασης, κάτι σαν Καπηλεία του επιπέδου Επαναστατικής Συνειδήσεως, της οποίας η υπαγωγή σε Κέντρα Εξουσίας κρίνεται «απαραίτητη». Πολλά σημεία διευκρινίζουν τον μοναχικό δρόμο των Παλαιστινίων:
Η «Κιφάχ αλ-Μουσελλάχ» ως ενδιάμεσος των Λιβανέζων Αξιωματούχων και των «αλ-Σααμπιγέχ»=Λαϊκών Επιτροπών των Στρατοπέδων προσδενόταν στο άρμα της Ο.Α.Π και συνακόλουθα κρατούσαν διπλωματική στάση. Ναι μεν παρουσιαζόταν αρκετά διαλλακτική σε σχέση με το Δεύτερο Γραφείο, δεν μπορούσε δε να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές-πολιτικές αναταράξεις.
Τα αραβικά Κομμουνιστικά Κόμματα είναι οργανωμένα σε «υπό-αραβική εθνική βάση», όπως αναφέρει η Rosemary Sayigh, και κατ’ επέκταση περιορίζονται από νέο-αποικιακά σύνορα, ώστε έχουν λιγότερη επαφή μεταξύ τους παρά με τη Μόσχα. Ένας βετεράνος αγωνιστής του Α.Ε.Κ=Αραβικό Εθνικιστικό Κίνημα αναφέρει πως «η μικρή απήχηση που έχει το Κομμουνιστικό Κόμμα στις Παλαιστινιακές μάζες αφορμάται από τη συναίνεση των Κομμουνιστών υπέρ του σχεδίου Διχοτόμησης το 1948 και όχι απ’ τους διωγμούς που άρχισε να εφαρμόζει το Ισραηλινό Κράτος ενάντια στους Κομμουνιστές μετά τη δεκαετία του 1950».
_ Η Αιγυπτιακή στρατιωτική ανάμιξη στην Υεμένη και η ανατροπή του Ιμάμη ήρθε αντιμέτωπη με μία αντεπανάσταση, που υποστηριζόταν από τη Σαουδική Αραβία. Μετά το 1967 επεβλήθη συμβιβασμός, που συγκάλυπτε αφ’ ενός την Αιγυπτιακή αποτυχία και διαιώνιζε αφ’ ετέρου τη διχόνοια στο Αραβικό ανάγλυφο, όπου διακυβεύονταν πολλαπλά, πολύμορφα και αντιβαίνοντα συμφέροντα.
_ Μετά το 1967 ξεπηδούν περίπου 44 αντιστασιακές ομάδες και παρ’ όλες τις προσπάθειες της «Φατάχ» για συγχώνευση, δεν επιτεύχθη αποτελεσματική διαπραγμάτευση.
_ Ο Εθνικιστικός Αγώνας, που διεξάγεται στο εσωτερικό, παραφράζεται ενίοτε ως μία εξιδανίκευση του πατριωτισμού, κάτι που αντιστρατεύεται τόσο την απρόσκοπτη αντανάκλαση του ένοπλου αγώνα όσο και την αντικομμουνιστική εκστρατεία ανάμεσα στις μάζες, δυσδιάκριτες επεξηγήσεις που παραπέμπουν σε μία ασύμμετρη απειλή και όχι στις διακριτές γραμμές της Απειλής. Μόνο μία μειοψηφία καταλάβαινε επαρκώς πως ο καταπιεστής εκπηδά από την Άρχουσα Τάξη.
_ Τα μέλη της«Φατάχ» προέρχονται από τα μεσαία και ανώτερα στρώματα αν και έχουν προσχωρήσει και άνθρωποι από το αγροτικό-εργατικό προλεταριάτο. Το διαφορετικό ωστόσο κοινωνικό υπόβαθρο δεν ευνοεί την απαραίτητη συνοχή. Το μόνο ελπιδοφόρο σε αυτό το σημείο είναι ο μετριασμός της σεχταριστικής συνείδησης ανάμεσα στους Λιβανέζους Σιίτες και στους Παλαιστίνιους Σουνίτες, οι οποίοι αντιλαμβάνονται την καταπίεση πλέον ως εξ ιδίων συμφερόντων απόρροια. Στη διάρκεια του λιβανέζικου εμφυλίου το 1975-1976 συμπηγνύονται Μαρωνίτικες Πολιτοφυλακές, που συνεργάζονται με τους Ισραηλινούς Στρατιωτικούς εναντίον των Λιβανικών-Παλαιστινιακών προοδευτικών Δυνάμεων. Επιπροσθέτως το κοινωνικό πρόγραμμα που πρότεινε η «Φατάχ» αφορούσε κυρίως τους «σουχαντά», όσους δηλαδή είχαν αποδεδειγμένη συνεισφορά στον Αγώνα, όπως έπραττε και το Απελευθερωτικό Μέτωπο στην Αλγερία, με αποτέλεσμα οι μάζες των Παλαιστινίων να θεωρούν ότι τους εκμεταλλεύονται και να βλέπουν τους πάντες ως «ημέτερους».
Αμέσως μετά την απελευθέρωση των στρατοπέδων οι Φελάχοι ακολούθησαν την οριζόντια διαχειριστική διαδικασία, που είχαν κληρονομήσει απ’ τη γενιά Τζηλ Φαλαστήν. Οι Επιτροπές επιλαμβάνονταν των τρόπων άμυνας κυρίως και άλλων προβλημάτων της καθημερινότητας. Έβλεπαν ως επιτακτική ανάγκη την «αξιοποίηση των σκληραγωγημένων ανθρώπων», των οποίων οι ικανότητες χάθηκαν στην υποταγή της εκδίωξης ή ανυψώθηκαν δια της εκπαιδεύσεως ως Φενταγήν. «Στην αρχή οι Λαϊκές Επιτροπές, εκμεταλλευόμενες την απωθημένη ενεργητικότητα, που είχε η Λιβανική καταπίεση, κατάφεραν αν πετύχουν πολλά χωρίς εξωτερική βοήθεια ή καθοδήγηση» αναφέρει η RosemarySayigh.
(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)
Pages: 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21