Ο Ποιητής στο δρόμο με τις λεύκες

Ο Ποιητής στο δρόμο με τις λεύκες

Γράφει  η  Ευαγγελία  Τυμπλαλέξη.

 

Αυτοκαταστροφικές αντιδράσεις;
Δυσερμήνευτη μοναχικότητα;
Αν «Δύναμη είναι η ικανότητα αποτελεσματικού καθορισμού της συμπεριφοράς των άλλων, Εξουσία είναι η νομιμοποιημένη άσκηση της δύναμης και Θεσμοί  είναι οι μηχανισμοί παραγωγής-κατανομής-άσκησης της εξουσίας» σύμφωνα με τον κύριο Τσαούση στο βιβλίο του «Η Κοινωνία των Ανθρώπου», η προσομοίωση της ελευθερίας ενδέχεται να δίνει τη δυνατότητα στα μαζικά ομοιώματα να αισθάνονται ανώτεροι-ανόμοιοι-ασύμφωνοι αλλά στη βάση τους τόσο ίδιοι. Στον αντίποδα ο Ποιητής συνιστά άτομο εγωκεντρικά παραγκωνισμένο, με τον εκτοπισμό του να απορρέει από δική του αμφιλεγόμενη τακτική και τυπικά απόμακρη συμπεριφορά…

Το Μοναχικό πλήθος…
Όταν προσεδαφίστηκε ο Άνθρωπος στον Κόσμο, το πρώτο που βίωσε ήταν η συνειδησιακή οδύνη μπροστά στη Μοίρα, η οποία ξεδίπλωνε στα ματωμένα πόδια του την εμπράγματη ερημία. Πέρα απ’ το συλλογικό ως επιβίωση κι ανάπτυξη δια μέσω της χρήσης του έλλογου, είχε να αντιμετωπίσει και το ατομικό του Πεπρωμένο, το οποίο του υπενθύμιζαν στο κάθε του βήμα κουφάρια σε σήψη και σμήνη όρνεων σε γεύμα θυέστειο. Σ’ αυτό το σημείο ακριβώς είναι που ασυνείδητα επινόησε τον τρόμο της μοναχικότητας, ο οποίος απέληγε σε ένταξή του σε συλλογικότητα.
Η ανατολή του 21ου αιώνα δηλώνει με βεβαιότητα περισσή την αναγωγή της συλλογικότητας σε διογκούμενο γραφειοκρατικό κλοιό, μέσα στον οποίο οικοδομούνται διάφορες σχέσεις, οι οποίες ευρωσταίνουν μεν τον ακράτητο ενθουσιασμό δεσμεύουν δε γραμμικά σε μία στειρότητα ομογενοποίησης.
Οι κοινωνικές δομές επιτάσσουν όλο και περισσότερη υποταγή και το άτομο παλεύει στην κυριολεξία για την ψυχική του ισορροπία, κείμενη σε μαζική παραγωγή-πιεστικό εργασιακό περιβάλλον-αναξιόπιστη έκφραση. Για ν’ ανταποκριθεί, αναπτύσσει το υπέρ-Εγώ του ως «πράκτορα της Κοινωνίας μέσα στο μυαλό», όπως ευφυέστατα αναφέρει ο Κρίστοφερ Λας. Ο χρόνος συνιστά τη δαμόκλειο σπάθη πάνω απ’ το κάθε του βήμα, τα οποία όλα χάνονται στα γρανάζια ορθολογικών προτύπων συμπεριφοράς. Στην πνευματική του προσπάθεια αναζητά καταφύγιο σε φτερούγες Ιδεολογιών θρησκευτικού-φιλοσοφικού-πολιτικού περιεχομένου, οι οποίες προπαγανδίζουν απελευθέρωση των συναισθημάτων σαν άνθιση τροπικής βλάστησης. Η προσωπική αναβάθμιση γίνεται ωστόσο ολοένα και πιο δυσεκπλήρωτη και οι προσωπικές σχέσεις επισφαλείς, αφού το άτομο επιδεικνύει ναρκισσιστικές αντιδράσεις κι αναλώνεται σε παιχνίδια απόρριψης-αποδοχής, οι Επιστήμες αναλύουν στοιχεία ελκυστικά προς ανάγνωση αλλά μυθικά προς εφαρμογή. Οι συλλογικότητες δεν καταλήγουν παρά σε συνεκτικές μορφές ελέγχου, ακόμη και το χαμόγελο χειραγωγείται, ακόμη κι οι εσώτεροι βασανισμοί διάγουν την αυτοβιογραφία τους με τρόπο αινιγματικό μα ποτέ λυτρωτικό.

Ο Μοναχικός Δημιουργός…
Στο παγκόσμιο στερέωμα της Λογοτεχνίας πλείστα κείμενα έχουν κατατεθεί πραγματευόμενα το δυσπρόσιτο έλασμα της Μοναξιάς. «Λείχω με την πένα μου» την εν λόγω θεματική δεν μπορεί παρά να σημαίνει ακροβασία σε διελκυστίνδα αφ’ ενός ενδοστρεφούς ανησυχίας κι αφ’ ετέρου εξωστρεφούς δυσαρέσκειας. Όταν η Τέχνη αναδύεται σαν μια μικρή επιχείρηση, της οποίας οι ιδρυτές καιροφυλακτούν την ευκαιρία κέρδους εστιάζοντας στις Δημόσιες Σχέσεις, η περιστροφική της κίνηση τείνει μεν σε εμπορευματοποίηση κι επιτυγχάνει, αναλίσκεται δε σε ατέρμονη συνάφεια, αφού δεν δύναται να απογειώσει αισθητά τον τελετουργικό χορό της.
Πλάσματα απαθή, σύμφωνα με την Emily Dickinson, είναι αυτά στα οποία η ομήγυρη αρνήθηκε τη στοργή. Ο ορισμός της Στοργής εμπεριέχεται μέσα σε επιβαλλόμενα στερεότυπα, είναι μια πειθαρχημένη οκνηρία, η οποία επιβάλλεται, εάν κι εφόσον οι διαδικασίες εκκοινωνισμού το υποφέρουν, στην προσαρμοστικότητα της ανθρωπινότητάς μας. Αποδεχόμενοι τον καθορισμό τάξης-κουλτούρας, εμπίπτουμε σε ευέλικτη εξάντληση της εξωστρέφειάς μας απ’ την κοινωνική μας οργάνωση. Η Λογική θεμελιώνεται στο συνειδησιακό μας υπόβαθρο από πρότυπα δεδομένα. Κατά συνέπεια αυτενεργεί και τείνει αυτοματοποιημένα κι ενδεχομένως άτολμα να αναχαιτίσει τον αυθορμητισμό. Τη στιγμή που οι ανθρωπομάζες χειραγωγούνται πλήρως από τεχνοκρατικό κύρος, το οποίο καταφέρνει να επιβάλλεται από συγκεκαλυμμένους κατασταλτικούς μηχανισμούς-θεσμούς κι ας εκδηλώνουν-διακηρύττουν τα  πλήθη διαφορετικότητα, ετεροκαθοριζόμενη και κατ’ επέκταση ψευδεπίγραφη ωστόσο, το ενδοστρεφές άτομο μοιάζει να είναι ο καλύτερος ταγός της Λογικής με στρεψόδικη ωστόσο κάλυψη, διότι στην ουσία απομονώνεται-αποτραβιέται στη σιγή του ή το πλέον σύνηθες προσπαθεί δια μέσω μορφών Τέχνης να επικοινωνήσει αυτά που οραματίζεται-νιώθει και δεν μπορεί να εξωτερικεύσει διαφορετικά.
Η «απάθειά του» είναι στα ρείθρα του δρόμου κι εξαργυρώνει τ’ αμαρτήματά της. Οι θησαυροί της πληρωμής εξεικονίζονται στους στίχους, ρίμες διχασμένες ανάμεσα στην πλαναισθησία πως εύκολος δρόμος υπάρχει στη ζωή αρκεί να βρει τρόπο συμμόρφωσης και στο εγγενές θέσφατο της παντελούς έλλειψης ανάλογης δεξιοσύνης. Η ποιητική του γραφίδα χάνεται σε γρανάζια παρομοιώσεων-προσωποποιήσεων, τα οποία αρθρώνουν το πεπρωμένο της ατέρμονης διανόησης ή ερειπώνουν τ’ αποκυήματα της φαντασίας του.

Pages: 1 2

Leave a Reply