Ο Μονόλογος της Εύας

Ο Μονόλογος της Εύας

Δεν ξέρω τι σκέφτεσαι!
Επίμονα με κοιτάς με συμπεριφορά παράξενη∙
Κι επιχειρείς στη βάση να μ΄ ερμηνεύσεις των ατελειών.
Τρέμουν τα χέρια σου στον συγκεντρωτισμό τους αντιδρώντας∙
Νυχτώνει κι οι τύψεις όλες στον ιστό παραδομένες της Αράχνης.
Κάπου Ξεχάστηκα…

 

Το όνομά μου είναι Εύα,
Εδώ και αιώνες∙
Η κατάπτυστη του Flaubert μοιχαλίδα,
Και πάντα Απελεύθερη απ’ της Αλήθειας τα χάδια∙
Αιώνες πέρασαν κι Εγώ εδώ!
Φωτιά αιώνια και ζωντανή στου «Άρχειν» τα γρανάζια,
Την Ύβρη πυρπολώ και σκλαβώνομαι Μονάχη∙
Χάραξα στο κορμί ένα barcode κι όλες μου οι προσωπικότητες,
Πληροφορίες τελετουργικές στης «Μελέτης» τη συναλλαγή∙
Στον Κώδικα τον γραμμωτό θα βρεις τη διαδοχή των Επιγόνων,
Υπό ποιες συνθήκες ασφαλείας με κατασκεύασε το Κράτος∙
Και ποιος της παρτίδας μου ο αριθμός.
Τ’ απόνερα του Παρελθόντος σε εναρμόνιση σαρκοφαγική,
Σε ξέπλυμα εμμονικό οι σκόνες του Παρόντος∙
Του Μέλλοντος οι προσβολές σε σάρκωση ψηφιοποιημένη.
Μ’ έκανε η Τεχνολογία προϊόν με οδηγό και σχέδιο,
Και με καρπούς στρατολογημένους στων επιταγών της∙
Την αντίρροπη πύκνωση.

 

Πονάω σου λέω!
Σαν να χαράζονται στο χνώτο οργασμικά∙
Αυτό που έχασα κι αυτό που θα χάσω.
Σαν να εικάζονται πυρετικά βασανιστήρια,
Για κείνο το παιδί που στασιάζει στις μεταλαβιές και τα ντουμάνια∙
Μάλλον με τους εκπαιδευτικούς του απόκαμε,
Διαιρεμένοι σε τόσους συλλόγους.
Βουτώ τις βλεφαρίδες στο μελανοδοχείο,
Σαν Με τραβολογάνε για εξακρίβωση στοιχείων∙
Και ηδονίζομαι μέσα στις Γιάφκες,
Και στο μουνί μου όλα κυανά των Πολυεθνικών τα logo.
Και στο βλέμμα μου οι Ονειροκρίτες σκάβουν για μυστικά,
Και την Πλάνη μου περιπλανάει της Ζήσης το ατόφιο.
Σε projects του σήμερα οι σκλάβοι,
Μα τελικά ίδια η αναγωγή∙
«Γραικοί» στην ξενιτιά,
Πουλιά που πετάξαν.

 

Τι με κοιτάς!
Σου λέω πως είμαι η Άλλη,
Και δεν έχω ιδέα γιατί απορείς!
Η Μοναξιά δεν πονάει∙
Δεν πονάει ούτε η Λύπη∙
Η παγερή γλυκύτητα δεν πονάει∙
Η διαστροφική Ανοησία μήτε.
Η Νύχτα ίσως κι ο Ωκεανός που καταπίνει την αλμύρα∙
Τα φύλλα ίσως∙
Κανένα κύμα δεν απέφυγε την Ακτή.
Κρύο πολύ μες στο καβούκι της χελώνας,
Κι όταν η Απόγνωση τ’ ακουμπά γυρεύοντας για τη Συνείδηση κλαδιά,
Κι όταν το άπατο Εγώ βυθίζει το πλεόνασμα τ’ Ανθρώπου∙
Θαρρείς πως αφορίζω ε…
Ξέρω, θαρρείς πως αφορίζω,
Πως δεν σου αφήνω Ελπίδα∙
Ό,τι δεν είπα κι ό,τι δεν έδειξα,
Στο σώμα τη γύμνια∙
Πληγές ή φωνές.
Πόσες στιγμές να χρειάζονται,
Για να νιώσουν οι άνθρωποι «άξιο» συναίσθημα…

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5

  1. Ο/Η Παναγης Αντωνοπουλος λέει:

    Την ευμένεια μου !! Εξαιρετική πένα !!!! Καταξίωση επιβεβλημένη !!!!!!

Leave a Reply