Οι αγώνες των χαμηλών στρωμάτων επάγονται και την καθιέρωση των «Κοινωνικών Δικαιωμάτων». Οι κλυδωνισμοί ανάμεσα στις πτυχώσεις της κοινωνικής διαστρωμάτωσης υποχρέωσαν τους κυβερνώντες σε παροχή υπηρεσιών. Ενώ ωστόσο κανένα ατομικό δικαίωμα δεν μπορεί να εκπληρωθεί χωρίς να διασφαλίζεται πάνω σε ευρύτερη κρηπίδα προκαταρκτικής προέγκρισης, τα «Κοινωνικά Δικαιώματα» δεν προσκομίζουν αγώγιμο αίτημα για την απόλαυσή τους. Αρκεί να κατανοήσουμε την αλληλοεξάρτηση πολιτικών-ατομικών-κοινωνικών ελευθεριών ως συνιστώσες μίας κοινής συνισταμένης.
Στις 28 Ιουνίου 1919 υπογράφεται η Συνθήκη των Βερσαλλιών στην «αίθουσα των κατόπτρων» προς προστασία των μειονοτήτων, η οποία ωστόσο δεν στάθηκε ικανή να διασφαλίζει την εφαρμογή της ελλείψει ενός διεθνούς οργάνου, το οποίο θα την επιλαμβανόταν. Κατ’ επέκταση η προστασία κατέληξε σε επικυριαρχία των Κρατών προς τις διάφορες μειονότητες και ειδικότερα κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου η στρατολόγηση πολιτών από μειονοτικές φυλές κρινόταν απαραίτητη.
Πιο δυσδιάκριτη γίνεται η διαφορετικότητα όσον αφορά στων ανθρώπων τις πεποιθήσεις, των οποίων η προστασία αποσκοπεί στην διατήρηση του ειρηνικού χαρακτήρα των σύγχρονων κοινωνιών.
Όταν η Δικαιοσύνη παύει να ιχνηλατείται σε ηθικό πλαίσιο φιλοσοφίας, η συνάφεια των επιχειρημάτων της περιορίζεται αντλώντας καρπούς απ’ τις Οικονομικές-Πολιτικές Επιστήμες με τρόπο μονοσήμαντο.
Όταν οι κοινωνικοί αγώνες ενδύονται κομματική ή συντεχνιακή ταυτότητα, η εγκαθίδρυση της Δικαιοσύνης επικεντρώνεται στον τυπικό-θεσμικό της ρόλο εγείροντας ωστόσο το πρόβλημα της ακριβοδικίας, η οποία εκλείπει αφού επιχειρείται περιθωριοποίηση του πλουραλισμού.
Το Δίκαιο γενικότερα συνιστά έναν όρο ανά τους αιώνες μετεξελισσόμενο, αφού διαφοροποιεί την ιδεολογικοποίησή του σύμφωνα με το πολιτικό-κοινωνικό-πολιτισμικό-οικονομικό υπόβαθρό της αντίληψης των λαών.
-
Η βιβλική θεώρηση του Ανθρώπου υπό τον γνώμονα των Θρησκειών
-
Η εκκοσμικευμένη μονοπώληση των πηγών υπό το πρίσμα των πολιτιστικών διεκδικήσεων
-
Η ενιαία αστική καταγωγή του δικαιώματος με τον καθαρά ατομικό χαρακτήρα του υπό τον μανδύα της Γαλλικής Επαναστάσεως
Για να φτάσουμε στο λυκαυγές του 21ου αιώνα στην πλήρη νόθευση, εφ’ όσον τη σκιαγράφηση τόσο του Δικαίου όσο και του Δικαιώματος αναλαμβάνει το Κράτος ως φορέας Εξουσίας. Το Φυσικό Δίκαιο υπό την έννοια της νομοτελειακής εντελέχειας αντικαθίσταται απ’ το «ανθρώπινο δικαίωμα», το οποίο υποπίπτει σε διαιρέσεις-διακρίσεις μέσα στον κρατικό μηχανισμό. Όταν οι Locke&Rousseau προτάσσουν τον «ισιοτισμό» δια της ρήσεως: «Όλοι οι Άνθρωποι γεννιούνται ίσοι στην ελευθερία χωρίς δεσμά και υποτέλεια» αντιστρατεύονται τους τίτλους ευγενείας της θεοκρατικής ιεραρχίας. Αντιθέτως στις μέρες μας η θεσμοθέτηση πυκνού πλαισίου καθορισμού όλων των παραμέτρων ατομικής-κοινωνικής συμπεριφοράς αποπροσανατολίζει απ’ την ουσιώδη διεξαγωγή εμπεριστατωμένου διαλόγου Δημοκρατίας και Δικαιοσύνης.
Διασαλπίζοντας το «ανθρώπινο δικαίωμα» ως ευγενικό ιδεώδες η Νομική παράδοση και η φιλοσοφική θεμελίωση καταρτίζουν εν έτει 1949 την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» σε μία Ευρώπη, η οποία μόλις έχει απογυμνώσει την αγριότητά της δια μέσω των θηριωδιών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Νικητές και ηττημένοι λοιπόν αποφαίνονται πρόθυμοι να συνεπικουρήσουν στην εμπέδωση της Ειρήνης. Ποιες συνιστώσες ατροφούν ωστόσο στην πορεία, ώστε η μετανεωτερική Δικαιοσύνη να ευρωσταίνει την εξουσιαστική κανονικότητά της αντί να εκπληρώνει τις υποσχέσεις του Διαφωτισμού και λοιπόν Διακηρύξεων; Ποια τεχνάσματα λειτουργούν ως τροχοπέδη στην αναίρεση απολυταρχικών εξουσιοδοτήσεων, ώστε το προσχέδιο πολιτειακής ρύθμισης να διέπεται από λογικές άκρως καπιταλιστικής οργάνωσης ακόμη και στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας; Στην αιώνια Φύση οι διαστάσεις του ανθρώπου εκτείνονται απ’ την ειρηνόφιλη εργατικότητα στην συναγωνιστική επιθετικότητα ανυψώνοντας την ελπίδα και τον φόβο ως αδιάσειστο κράμα εσώτερης δύναμης που συνενώνει ένστικτα και παρορμήσεις για να προωθήσει την αυτό-οργάνωση και τη συλλογική συσπείρωση ενάντια στις απειλές των φυσικών στοιχείων. Στον Ορθολογισμό είναι τα θεσμικά συμβόλαια, τα οποία συνάπτονται υπό συγκυριακούς παράγοντες και προσδιορίζουν την ευρύτητα της κρατικής καταστολής.
Στον αναλυτικό Χάρτη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο τα μέλη της Συμβουλευτικής Συνέλευσης συμφώνησαν στην ανάγκη σύνταξης κειμένου, το οποίο να δεσμεύει διεθνώς την κατοχύρωση των ελευθεριών, οι οποίες ωστόσο στη σύνδεσή τους με τις φιλελεύθερες δημοκρατίες υποθάλπουν μεταβλητή υποκειμενικότητα ως συμβατή με τα διαφορετικά συμπεράσματα-κρίση των αργυρώνητων παρατηρητών-επιμελητών-υπαλλήλων. Δόκιμο σ’ αυτό το σημείο να αναφερθεί η ανάκυψη του ζητήματος ορισμού ή απλής απαρίθμησης των Δικαιωμάτων καθώς και η σύσταση δικαιοδοτικού μηχανισμού που να εγγυάται τη διασφάλιση του πλαισίου σύμβασης, κάτι το οποίο πυροδότησε αμηχανία κι εκνευρισμό στις Κυβερνήσεις με πρώτες αυτές της Σουηδίας και Τουρκίας, οι οποίες επικαλέστηκαν ιστορικούς-πολιτισμικούς λόγους. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα υπεγράφη στην Ελλάδα το 1950, η οποία «…δεν λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψιν από νομοθέτες-νομολογία-διδάκτορες-εκκολαπτόμενες δυνάμεις για την καλλιέργεια της Επιστήμης του Δικαίου. Επιπροσθέτως η πλειονότητα δικηγόρων-δικαστών δεν διδάσκεται τα διεθνή κείμενα και τις διεθνείς ερμηνείες τους κατά την πανεπιστημιακή κατάρτιση» σύμφωνα με τον κύριο Κτιστάκι Γιάννη.