Ο εχθρός του ποιητή

Ο εχθρός του ποιητή

Τίποτα δεν υπάρχει παρά μονάχα ό,τι εγώ πρόλαβα να σκεφτώ

Η ιστορία της Ελένης Ξένου.
Στεκόταν εκεί ακίνητη στο άνοιγμα της πόρτας κι η ομορφιά της ήταν κι αυτή άνοιγμα απ’ όπου ήθελαν να περάσουν όλα όσα είχα ζήσει ως εκείνη τη στιγμή. Η Ελένη Ξένου άρχισε να μου μιλά κι εγώ την έβλεπα και την άκουγα και καταλάβαινα αμέσως το νόημα από τα λόγια της σχεδόν πριν τα προφέρει κι ήταν σαν να της υπαγόρευα εγώ ό,τι η ίδια έλεγε και διεπίστωνα ακόμα μια φορά πως τίποτε δεν υπάρχει και δεν υπήρξε τίποτε παρά μονάχα ό,τι εγώ πρόλαβα να σκεφτώ. Και με ό,τι εσκέφτηκα στήριξα τον κόσμο και κάθε φορά τον έσωζα κι έλεγα με την αγωνία της εσχάτης σωτηρίας ευτυχώς πρόλαβα και το σκέφτηκα και το σκέφτηκα και το θυμήθηκα αυτό και το έζησα γιατί αν δεν προλάβαινα τότε δεν θα υπήρχε.

Υπάρχει μονάχα η ώρα που ο νους αισθάνεται κι αυτή την ώρα όλα ανοίγουν και όλα κινδυνεύουν να μην έχουν υπάρξει ποτέ. Άκουα τα λόγια της να έρχονται απ’ αλλού πολύ μακριά από το στόμα της κι από το πρόσωπό της και σκέφτηκα πως μερικές φορές φαίνονται καθαρά οι διαφορετικές φάσεις των πραγμάτων. Υπάρχει ένας αδιανόητος δύσμορφος σκελετός ζωής που συγκρατεί τα πράγματα και τυχαία. Ανεξήγητα τα συνδέει το ένα με το άλλο και καθώς την άκουγα και την έβλεπα ανακάλυπτα με έκπληξη πόσο απέχει το πρόσωπο από την ίδια τη μιλιά του και πρώτη φορά εσκέφτηκα πως άλλος ήχος. Άλλη φωνή κι άλλη ομιλία ταίριαζαν στο πρόσωπο του ανθρώπου. Η Ελένη Ξένου έλεγε με χαμηλή και σταθερή φωνή πως έπαιζα.

Πείτε μου τι ρόλο έπαιξα εγώ στη ζωή σας; Τίποτε δεν υπήρξατε για μένα και κανένα ρόλο δεν είχα την πρόθεση να παίξω και μάλιστα. Έναν ρόλο τόσο σημαντικό όπως σχεδόν εξοργισμένος. Απελπισμένος φωνάξατε ότι είχα παίξει κι ακόμα αφήσατε να φανεί μιλώντας μου κοιτώντας με τ’ ανυπόφορα μάτια σας. Θελήσατε να κατηγορήσετε απερίφραστα κάποιον. Σιχαίνομαι τους ανθρώπους είναι όλοι τους άνανδροι και δειλοί. Υπαινιχθήκατε ότι ευθυνόμουν για κάποιο ακατανόμαστο έγκλημα που διέπραξα καταστρέφοντάς σας. Για το οποίο όμως εσείς ήδη και με μεγαλοψυχία με είχατε ήδη αθωώσει καταλαβαίνοντας ότι δεν μπορούσαν να έχουν γίνει αλλιώς τα πράγματα. Αυτή ήταν η αγαπημένη σας φράση και μ’ αυτήν πάντα κλείνατε τα λόγια σας και μ’ αυτήν αθωώνατε τους πάντες και προπαντός τον εαυτό σας αθωώνατε για την πιο απάνθρωπη πράξη σας. Αν είστε εσείς ικανός για απάνθρωπες πράξεις γιατί ασφαλώς δεν είστε. Έτσι απαλλάξατε κι εμένα πως δεν ήταν δυνατό εγώ να ήμουν αυτή που προκάλεσε την καταστροφή σας. Αλλά ότι εγώ απλώς συνόψιζα. Αυτή τη λέξη χρησιμοποιήσατε συνόψιζα.

Πόσο κωμικές μου φαίνονταν πάντα οι εκλεκτές σας λέξεις. Συνόψιζα είπατε όλους σας τους θανάτους και ότι εγώ. Η σχέση σας μαζί μου επαναλάμβανε όλους τους προηγούμενους θανάτους σας και ήταν σαν εγώ να τους είχα συγκεντρώσει και να σας είχα καταφέρει το καίριο χτύπημα. Omniα vulnerant ultimum necat. Και φυσικά δεν θα μπορούσαν να έχουν γίνει διαφορετικά τα πράγματα. Αλλά για ποια πράγματα για ποια σχέση μιλάτε. Αφού εγώ δεν έχω και ποτέ δεν είχα καμμία σχέση με σας και είναι βέβαια αδύνατο να υπάρχουν πράγματα που κοινά μας αφορούν εμάς τους δύο. Τίποτα και το πιο ασήμαντο το πιο τυχαίο δεν θα μπορούσε να μας ενώσει εμένα κι εσάς κι εγώ με κάθε τρόπο σας απέφυγα από την αρχή το ξέρετε καλά. Το είχατε κι εσείς από την αρχή αποδεχθεί κι είχατε αντιληφθεί το λόγο.

Ότι από την πρώτη στιγμή που σας αντίκρισα ένοιωσα για σας απέχθεια. Αντιπάθεια και κατάλαβα από την πρώτη κιόλας στιγμή πως τίποτε καλό. Ούτε καν. Τίποτα απολύτως δεν θα μπορούσε να δημιουργηθεί ανάμεσα σ’ εμάς τους δυο κι αν θέλετε κι αν σας αρέσουν όπως σε όλους σας οι ηλίθιες αιτιολογήσεις. Σαν να έχουν καμιά σημασία οι αιτίες ενός γεγονότος την ώρα που το γεγονός αυτό θανατώνει μας έχει κιόλας θανατώσει. Θεωρήστε λοιπόν πως αυτή η τελεσίδικη βεβαιότητα μου από την αρχή γι’ αυτό το αμετάκλητο τίποτε γέννησε την αποστροφή μου για σας.

Πρώτη φορά στην ζωή μου τα συναισθήματά μου για τον άλλον υπήρξαν από την αρχή τόσο κατασταλαγμένα και αναπότρεπτα. Σαν να είχα κιόλας ζήσει μαζί σας την πιο έντονη σχέση και είχα βγει από αυτήν πληγωμένη αλλά και πάλι προσέξτε. Μη φανταστείτε κάτι υπερβολικό ή αβυσσαλέο που τάχα βαθιά με τάραξε κι ύστερα εκδηλώθηκε ανεστραμμένο. Μεταμορφωμένο σ’ αυτή την αποστροφή κι ότι ίσως εγώ είχα προσέξει ραγδαία κι είχα από πριν ζήσει την ιστορία μας βαθιάς μας σχέσης αφού απ’ όλες τις σχέσεις και τις πιο ιδανικές βγαίνουμε στο τέλος προδομένοι βρωμισμένοι. Σας βεβαιώνω τίποτε τέτοιο δεν συνέβη αν και δεν είναι ακριβώς αποστροφή είναι μίσος.

Με ήρεμο με ατάραχο. Με καλό μίσος σας εχθρεύομαι. Σας μισώ. Θέλω να πεθάνετε. Αυτήν την στιγμή τώρα. Μπροστά μου! φώναξε η Ελένη Ξένου με λύσσα κι έτρεμε κρατήθηκε στο κούφωμα της πόρτας κάτωχρη. Είπε γελώντας αυτήν την παραφορά περιμένετε ίσως από μένα για να σκεφτείτε κάποιον δαιμονικό έρωτα που έχω για σας. Μην το κάνετε σας προειδοποιώ και μη με ρωτήσετε περισσότερα. Δεν υπάρχουν. Κρατήστε αυτήν την μόνη αλήθεια. Πόσο ανίκανο πόσο ακίνδυνο είναι για σας αυτό το μίσος και πόσο άτονο και φυσικό για μένα. Πιστέψτε με. Εγώ ξέρω.

Ισχυροί άγνωστοι αποφασίζουν για τα αισθήματά μας και η υπόδουλη ψυχή μας τα εκτελεί. Και μη μου καταλογίσετε αλλόκοτες θηλυκές νευρώσεις. Δεν έχω σκοτάδι εγώ. Ολόκληρη είμαι στο φως κι ίσως αυτό να σας γοήτευσε σε μένα όμως για μένα αυτή είναι η λέπρα μου ότι το φως. Θεέ μου το φως μ’ έχει όλη διαπεράσει και δεν υπάρχει για μένα στον κόσμο σκιά. Να προστατευθώ από αυτό το ανευλαβές φως που πέφτει διαρκώς επάνω μου και διαρκώς αισθάνομαι τα μάτια μου να λείπουν. Αλλά και πάλι μην υποθέσετε ότι τώρα εδώ μπροστά σας στέκομαι και σας εξομολογούμαι σας εμπιστεύομαι. Πραγματικά δικά μου μυστικά κι ανομολόγητα και πώς θα μπορούσα αφού κανέναν άνθρωπο δεν το θεωρώ. Δεν σας θεωρώ άξιο καμιάς εμπιστοσύνης. Σας παρακαλώ υπολογίστε την τρυφερότητα των μισητών μου λόγων και υποδεχθείτε ψύχραιμα την αβλαβή κακία μου για σας που δεν σημαίνει παρά την απαγόρευσή μου να αισθανθείτε το παραμικρό για μένα και να το απαιτήσετε ακόμα κι αν δεν το απαιτήσετε φανερά.

Πάντα οι άλλοι μας αναγκάζουν να αισθανθούμε. Με τη βία μας αναγκάζουν να αισθανθούμε. Και την άρνησή μου να την θυμάστε σαν μια απόλυτη σιωπή. Τίποτε δεν υπονοεί κι αν σας μίλησα είναι γιατί είμαι τίμια. Αυτά σε όλους τα έχω πει όλοι από μένα την ίδια τα έχουν μάθει αυτά που είπα για το φως. Αν και το παραδέχομαι δεν υπάρχει ευτελέστερη ανανδρία από την ειλικρίνεια.
Είμαι λοιπόν κι εγώ όπως όλοι σας άνανδρη και δειλή. Αφήστε με ήσυχη. Μην ξανάρθετε. Δεν έχω τίποτε να σας πω κι από την αρχή ποτέ δεν είχα τίποτε να σας πω κι αυτός ήταν ο λόγος που αμέσως έκανα έρωτα μαζί σας γιατί δεν είχα τίποτε απολύτως να σας πω. Φύγετε. Και μπορεί να προαισθανθήκατε σωστά γιατί ο μοναδικός τρόπος να ασχοληθώ μαζί σας είναι να σας καταστρέψω. Αλλά ποτέ δεν θα ασχοληθώ μ’ εσάς τίποτε δεν σας προξενήσω κι ούτε κανένας άνθρωπος καταστράφηκε ποτέ από έναν άλλον άνθρωπο. Φύγετε λοιπόν πηγαίνετε να καταστραφείτε μόνος σας. Ανησυχώ για σας. Φοβάμαι ότι στο τέλος θα αυτοκτονήσετε. Ίσως επειδή ποτέ δεν είχατε τους ανθρώπους που θέλατε ενώ σας είχαν πάντα οι άνθρωποι που σας ήθελαν και θα φύγετε με την πικρία της αδυναμίας σας να αναγκάσετε τους άλλους να αισθανθούν. Τόσο το χειρότερο για σας. Πραγματικά σας λυπάμαι είπε η Ελένη και δάκρυσε θα είναι κρίμα.

Εν τω μεταξύ πλάστε όπως σας αρέσει την φανταστική ιστορία σας μ’ εμένα. Αλλά εγώ θα σας βοηθήσω αν και το μόνο πράγμα που μπορώ να κάνω είναι να αποσύρω τη μορφή μου. Δε θα με ξαναδείτε. Με δυσκολία με κόπο που όσο πάει θα μεγαλώνει η μνήμη σας θα αγωνιά. Θα αγωνίζεται να ξαναφτιάξει τη μορφή μου το πρόσωπό μου το σώμα μου. Έχω ακούσει αλλά το ξέρω κι από τον εαυτό μου πως η μνήμη μας χάνει πολύ γρήγορα και πριν απ’ όλα τα άλλα χάνει τις μορφές εκείνων που αγαπήσαμε. Δεν είναι παράδοξο;

Η εικόνα μου στην μνήμη σας θα έχει πια τρυπήσει και θα ξεφεύγω από τις τρύπες κι εσείς μ’ αγωνία με πόνο. Θα προσπαθείτε να κρατήσετε ακέραια όλα μου τα μέλη όμως αυτά θα χάνονται θα γλυστράν μέσα από τα δάχτυλα σας ώσπου τίποτε πια να μη μείνει μέσα σας από την μορφή μου από εμένα. Θα είναι ένα μαρτύριο για σας αλλά εύχομαι. Ειλικρινά σας το εύχομαι ν’ αντέξετε σ’ αυτήν την εξαθλίωση. Η Ελένη έκλεισε την πόρτα και βρέθηκα στο σκοτάδι γιατί όλο το φως ερχόταν από μέσα. Αλλά σε λίγο η πόρτα ξανάνοιξε και πάλι ξαναφάνηκε αυτή με όλο της το φως. Κρατούσε κι έσερνε στο πράσινο μωσαϊκό όρθιον έναν πίνακα. Είπε με φωνή θαμπή σας τον χαρίζω. Πάρτε τον. Σας παρακαλώ. Πάρτε τον το πρόσωπό της είναι αγνώριστο. Αλλοιωμένο από την πιο ταπεινή παράκληση από μιαν ασέλγεια αξιολύπητη. Έκαμνε το χάρισμα αυτό με μια τελευταία υγρή χειρονομία ερωτικού θανάτου.

Ο πίνακας ήταν η ολόσωμη προσωπογραφία της.
Αναγνώρισα τον διάσημο Έλληνα ζωγράφο που την είχε κάνει. Το πρόσωπο της Ελένης στον πίνακα ήταν σκοτεινό. Αλλά με παράξενα και έντονα ευδιάκριτες όλες τις λεπτομέρειες των χαρακτηριστικών του. Ήταν επίτηδες αφώτιστο κι όμως μ’ έναν άλλον βασανιστικό τρόπο φωτεινό. Σαν από αλχημεία φυλαγμένων παλαιών χρωμάτων ο ζωγράφος ήθελε να απομακρύνει όλο εκείνο το φως που η Ελένη Ξένου το είχε κατηγορήσει ότι διάβρωνε τη ζωή της. Ήταν αυτή όπως ποτέ με κανέναν άλλον τρόπο δεν θα ήταν.
Χάθηκε πάλι κλείνοντας αργά την πόρτα. Έγινε ξανά σκοτάδι. Ψηλάφισα τον μουσαμά και ξαφνικά σκέφτηκα πως η μορφή του ανθρώπου δεν υπάρχει στην φύση και ότι οι ζωγράφοι την έχουν επινοήσει. Την ίδια στιγμή αισθάνθηκα μέσα σε μια διαύγεια που ήταν σαν να έτριζε. Μέσα σ’ έναν απότομο κρότο κατάλαβα πως ήμουν το θύμα της σκοτεινής πλεκτάνης των ανθρώπων…

Ο ποιητής έχει πάντα έναν εχθρό.
Η ποίησή του και η ζωή του η ίδια κρέμονται από την αναμέτρησή του μ’ αυτόν. Γιατί η Ποίηση είναι το μοναδικό πράγμα στον κόσμο που έχει αιτία, γι’ αυτό αφανίζεται από κάτι που δεν έχει αιτία.
Ποίημα, πάλι, είναι ό,τι δια της βίας σώζεται από τον πόλεμο του Ποιητή μ’ αυτόν τον πανίσχυρο φυσικό του εχθρό

 

 

 

  • Γιώργος Χειμωνάς, «Ο εχθρός του Ποιητή», Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1990.

  • Ο Γιώργος Χειμωνάς γεννήθηκε στην Καβάλα το 1938 και πέθανε το 2000 στο Παρίσι, σε ηλικία 62 ετών. Τα γραπτά του διακρίνονται για τη νεωτερική τους γραφή καθώς και για πολλά δάνεια στοιχεία από το αντιμυθιστόρημα, όπως η επίπεδη γραφή ή η έλλειψη διαλόγων. Είναι «ένας συγγραφέας που δε διαβάζεται εύκολα»…

 

 

 

  • Απαγγέλλουν:  Ευαγγελία Τυμπλαλέξη & Δημήτρης Λεβέντης

 

 

 

Μουσική:

  • Luke Howard – Hold Me Through

  • Greg Haines – Nueblo Pueblo

  • Moon Ate The Dark – Explosions In A Four Chambered Heart

  • Callas – Went Away

 

 

 

 

Το γυροσκόπιο αντίληψης της Ευαγγελίας Τυμπλαλέξη οδυνάται για τα κακώς κείμενα στον Πλανήτη. Νιώθει να πάλλεται σε χώρο μαγνητικά απομονωμένο και η πυξίδα έχει χαθεί.

Pages: 1 2 3

Leave a Reply