Μία μικρή αναδρομή αποδεικνύει πως ο εκδημοκρατισμός της Εκπαίδευσης είναι εγγενώς ασυμβίβαστος της υψηλής ποιότητας:
1) με τη σύσταση του κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 διαπιστώνεται ζήλος απ’ τα φτωχοποιημένα στρώματα προς μάθηση, η οποία ωστόσο καταπνίγεται με διάφορους τρόπους. Η Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου προοιωνίζεται τη συγκρότηση μίας «Επαναστατικής κυβέρνησης», η οποία είναι τόσο «Επαναστατική» που διατηρεί το καθεστώς της ενοικίασης των φόρων της Τουρκοκρατίας, για να μην νομίζουμε πως οι φοροεισπρακτικές Εταιρείες του σήμερα δεν έχουν γερά θεμέλια υπόστασης!! Η εκμίσθωση τελείται δια δημοπρασιών σε κάθε Επαρχία. Στην Επαρχία της Κορίνθου, ας πούμε, επί Τουρκοκρατίας κατακυρωνόταν το αποτέλεσμα της Δημοπρασίας, η οποία απέφερε τεράστια ποσά κέρδους στους αναλαμβάνοντες τη διεκπεραίωση, στην Οικογένεια των Νοταραίων, οι οποίοι απειλούσαν όσους αποφάσιζαν να πλειοδοτήσουν με δολοφονία. Παράδειγμα αποτελεί ο καλόγερος Δανιήλ (απ’ τον Άννα στον Καϊάφα οι φτωχοί, είτε θα τους δυνάστευε ο Αστός είτε η αγιαστούρα!!), ο οποίος υπερθεμάτισε, κάτι που επέσυρε την μήνιν των Νοταραίων. Παρεπόμενο της διενέξεως ήταν να τιμωρηθεί το χωριό με πρόστιμο, το οποίο επιμερίστηκε κατά κεφαλήν στους κατοίκους και αναγνώρισε το δικαίωμα της δημοπρασίας στους Νοταραίους!! Αυτοί οι Νοταραίοι λοιπόν το 1826 συνήψαν «Συμβόλαιο» με τον δάσκαλο του χωριού Τρικκάλων Κορινθίας, για τον υποχρεώσουν «να μην παραδίδει τα αυτά μαθήματα, τα οποία διδάσκει τα παιδιά των και εις τα παιδιά των άλλων κατοίκων, αλλά απλούστερα και όχι όμοια»!! Κάτι ανάλογο γινόταν και στην πατριαρχική Σχολή της Πόλης τον 17ο αιώνα, όπου οι διορισμένοι «διδάσκαλοι παρέδιδαν ιδιαίτερα μαθήματα σε γόνους προνομιούχων». Η τακτική των διακρίσεων εφαρμοζόταν και κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, «σε ενεπίγραφο μάρμαρο της Περγάμου, που φυλάσσεται στο Μουσείο του Βερολίνου, κάτω απ’ το ελληνικό κείμενο έχει χαραχτεί λατινικό διάταγμα του Δομιτιανού (94 μ.Κ.Ε), που απαγορεύει αυστηρώς στους ρήτορες και γραμματικούς να διδάσκουν τις επιστήμες στους δούλους», όπως διατείνεται ο κύριος Σιμόπουλος. Το 1831 επί Καποδίστρια, στο Κεντρικό Σχολείο στην Αίγινα, οι μαθητές, άτομα προερχόμενα απ΄ την ορφάνια και τη φτώχεια του Αγώνα, εξεγέρθηκαν, επειδή αντιλαμβάνονταν πως τα υπεσχημένα περί «μορφώσεως με τα ιδεώδη της Ελευθερίας» δεν ανταποκρίνονταν στα κολυβογράμματα, με τα οποία τους τάιζαν και με αυταρχικές μάλιστα μεθόδους οι Δάσκαλοι. Στη διαμαρτυρία τους δόθηκαν ως απάντηση τα πυρά της Αστυνομίας, η οποία με τρομοκρατικό μένος κατέστειλε τη ζέση των νεανίων αναγκάζοντας τους σε υπογραφή Δήλωσης Μετανοίας. Ο Κυβερνήτης ενημερώθηκε πως: «Η Σχολική Επιτροπή καθησυχάζει τον Κυβερνήτη. Έγινε υποταγή τελεία των μαθητών»!! Αντί για την αλματώδη ανάπτυξη που πρέσβευε ο Κοραής, ο Έλληνας βρέθηκε αντιμέτωπος με την καταστρατήγηση του δημοκρατικού ιδεώδους-την εξάρτηση της Παιδείας απ’ τις κομματικές ύαινες-τη διαφθορά της ξενοκρατίας. Ο Γερμανός Ιστορικός Μέντελσον Βαρθόλδυ αναφέρει πως: «Τα σχολεία που θεμελιώθηκαν έμειναν ατελή και όσα κτήρια ολοκληρώθηκαν μετεβλήθησαν σε στρατόπεδα». Η απαιδευσία ήταν η εγγύηση για τη στερέωση της Γερμανικής Μοναρχίας.
Η κήρυξη του «αυτοκέφαλου της Εκκλησίας», στα αλώνια της οποίας ξιφουλκούσαν ο δυτικόφιλος Φαρμακίδης ως υποστηρικτής της «αυτονομίας» και ο Ρωσόφιλος Οικονόμος ως βαστάζος του «πρεσβυγένειας», δεν ερειδόταν σε ταπεινά έλυτρα αλλά υπονόμευε τον εξελληνισμό. Η Εκκλησία δεν υπήρξε ποτέ θεματοφύλακας της ελληνικής γλώσσας και κληρονομιάς αλλά της γλώσσας των «ιερών κειμένων».
2) Ο 20ος αιώνας ευαγγελίζεται τον περιορισμό της τοκογλυφίας αλλά και ανείπωτες ταραχές με το «Γλωσσικό ζήτημα», η διαμάχη περί «επίσημης γλώσσας του έθνους» ανάμεσα σε Δημοτικιστές ή αλλιώς «Μαλλιαροί», μεταφραστικό δάνειο απ’ τον ιταλικό όρο «Scapigliati» που αφορμάται από ανάλογο κίνημα περί απλουστεύσεως της γλώσσας στην Ιταλία περίπου 30 έτη, και Λογιωτάτους ή αλλιώς «Καθαρευουσιάνους», να εξακοντίζουν απειλές και να εξεμούν συκοφαντίες. Το 1901 παρατεταμένες διαδηλώσεις, επονομαζόμενες στον Ιστορικό καμβά ως «Ευαγγελιακά» επειδή ήγειραν ενστάσεις σχετικά με τη δημοσιευμένη στην Εφημερίδα «Ακρόπολις» μετάφραση των «Ευαγγελίων» στη Δημοτική απ’ τον Αλέξανδρο Πάλλη, καταλήγουν σε εμπλοκή στρατιωτικών δυνάμεων προς καταστολή, της οποίας ο απολογισμός εμφανίζει 11 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες και κατ’ επέκταση σε παραίτηση της κυβέρνησης Θεοτόκη. Το 1903 νέο χρώμα χύνεται στην Ιστορική παλέτα με τα «Ορεστειακά», μεταφρασμένη εκδοχή στη Δημοτική της «Ορέστειας» του Αισχύλου. Η επέμβαση Αστυνομικών Δυνάμεων οδηγεί στον θάνατο τρία άτομα και σε παραίτηση της Κυβέρνησης Ράλλη.
Στο οικονομικό και πολιτικό φόντο ωστόσο διακυβεύονται ταυτόχρονα:
_ το «Σταφιδικό ζήτημα», για το οποίο καραδοκούσε ο χρηματοπιστωτικός Οίκος Erlanger&Co για μονοπωλιακή εξαγορά του προϊόντος για 20 έτη. Οι σταφιδοπαραγωγικές περιοχές πλήττονταν από την αντινομία σταθερής ποσότητας προϊόντος και την μείωση ζήτησης προϊόντος απ’ τη Γαλλία. Δημιουργείται η Σταφιδική Τράπεζα, η οποία με τη πολιτική του παρακρατήματος θα απορροφούσε κάποιους κραδασμούς, οι οποίοι δεν ήταν επαρκείς προς διαρθρωτικές αλλαγές και αντιμετώπιση αλλά απλή αποτροπή της κατάρρευσης του Κλάδου, κάτι που θα συνεπαγόταν πολιτικές αναταραχές και κοινωνικές εντάσεις.
_ το πρόβλημα των «Κολίγων και των Τσιφλικιών». Στο 50%, έξι εκατομμύρια στρέμματα, ανερχόταν η συνολική επιφάνεια γης, την οποία εξουσίαζαν Ομογενείς Κεφαλαιούχοι της Ανατολικής Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, οι οποίοι έτρεξαν σαν τα κοράκια ν’ αγοράσουν γη απ’ το νεότευκτο κράτος, του οποίου ωστόσο ο πληθυσμός ήταν εξαθλιωμένος απ’ τη στέρηση και την κακουχία.
_ η επέκταση του «Εκδοτικού προνομίου» της Εθνικής Τράπεζας στα Ιόνια Νησιά, ο ιδρυτικός Νόμος της Εθνικής Τράπεζας τον Μάρτη του 1841 προμήνυε δικαίωμα έκδοσης τραπεζογραμματίων, αναγκαίο δέλεαρ για την εγγραφή ξένων επενδυτών ως μετόχων της Τράπεζας, το οποίο «Εκδοτικό προνόμιο» και επιτεύχθη επί Δηλιγιάννη με ευνοϊκούς όρους για την Τράπεζα αλλά πενιχρά για το Δημόσιο οφέλη, παρ’ όλο που επωμιζόταν τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της ως Δημόσιοι!
_ το «Μακεδονικό ζήτημα», στο όνομα του οποίου επικυρώθηκε ψήφισμα για την ολοκλήρωση του Σώματος Γενικών Επιτελείων με επιτελικά καθήκοντα και κατ’ εφαπτομένη τη συγκρότηση του Ταμείου Εθνικής Αμύνης ως συμπλήρωμα του Ταμείου Εθνικού Στόλου, τα οποίο τροφοδοτούνταν από Δημόσιους πόρους προς αύξηση πολεμικών εξοπλισμών, τις οποίες προμήθευαν βέβαια οι Δυνάμεις!
_ η ψήφιση Νομοσχεδίου «για αύξηση βουλευτικών εδρών και εκλογικών περιφερειών κατά μία, σε 235 από 72 αντίστοιχα, που προέκυπτε απ’ την ανάδειξη του Δήμου Πειραιά σε ξεχωριστή εκλογική περιφέρεια με 3 βουλευτές και από την αντίστοιχη μείωση των βουλευτών της υπόλοιπης Επαρχίας Αττικής από 13 σε 11. Αυτό συνέβη επειδή ο Δήμος Πειραιά ψήφιζε παραδοσιακά κατά πλειοψηφία το Νεωτερικό Κόμμα, αλλά ανήκε στην Επαρχία Αττικής, όπου πλειοψηφούσε το Εθνικό Κόμμα. Είναι ο Νόμος που μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο της αυξημένης αυτοπεποίθησης της αστικής Τάξης του Πειραιά» σύμφωνα με τις ρήσεις του κυρίου Μποχώτη στην «Ιστορία της Ελλάδος τον 20ο αιώνα».
Εκλογομαγειρέματα κι Εμπορομαγειρέματα δηλαδή, τα οποία καπηλεύονταν την Παιδεία δια του «Γλωσσικού ζητήματος», που στην ουσία είχε τεθεί ήδη στον 1ο αιώνα π. Κ.Ε, «όταν το κίνημα του Αττικισμού εισήγαγε τη διγλωσσία στον Ελληνικό Κόσμο, μία διχοτομία δηλαδή στην εως τότε ενιαία ελληνική γλώσσα ανάμεσα σε δύο παραλλαγές: μία απλή, δημώδη προφορική και συνέχεια της Αλεξανδρινής-Κοινής που οδήγησε δια μέσω των αιώνων στη Δημοτική, και μία Λόγια, αρχαΐζουσα και νέα, γραπτή κυρίως γλώσσα απομίμηση της κλασσικής αττικής, στην οποία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό η μετέπειτα καθαρεύουσα» όπως αναφέρει η κυρία Κοτρώτσου, Σχολική Σύμβουλος!