Τελειώσαν οι προμήθειες,
Λιγδώθηκε το Μυαλό∙
Και Γωνία καμιά να μουλώσουν τα συμβαίνοντα…
Οι γιορτινές μέρες εξομολογούνται,
Το ζενίθ της ματαιοδοξίας των Θνητών∙
Είναι τα μάτια τους κεριά στη γενέθλια γη του Καθόλου,
Όπως αυτό εσωτερικεύεται και ιδεολογικοποιείται∙
Γεννά η γλώσσα τους στρεβλά ερωτήματα,
Και φτύνει λάθος απαντήσεις.
Αντέστην τουλάχιστον ερρωμένως!
Ευθαρσώς καθώς μαρτυρούσα πως Άγγελος δεν είμαι,
Που κομίζει το Ευ…
Καθώς με παρρησία κατέθετα πως δεν είμαι το ευ,
Που εξωραΐζει την αγγελία…
Κοιμούνται όλοι σ’ αυτόν τον Πλανήτη,
Μεταφράζοντας τα εναλλασσόμενα πρόσωπά τους∙
Κι είναι όλα παράξενα μακρυά,
Μακρυά από την Αφή και τον Ήχο…
Σπιουνεύω,
Τους Άρχοντες και τους Ζητιάνους∙
Όλα τα εκπορνευμένα τους λουλούδια σε μαύρη σελίδα.
Και η Γραφή αόρατη να φτάνει όσα κρύβουν,
Κι απ’ τις χωματερές τους η αυτοσυντήρηση στον καμβά∙
Και το Πινέλο λουφατζής τις σημασίες να γαμεί.
Δεν καταλαβαίνω τι μ’ εμποδίζει να γονατίσω,
Εφόσον το προστάζουν οι Νοήμονες.
Κάθε φενακισμός θέλει και τον δημαγωγό του!
Σπείραν προϋποθέσεις της Ιστορίας οι γεννήτορες και στραγγαλίζουν τα σπουργίτια,
Μη κι εξαργυρώσουν το ιδιωτικό τους κοιμητήρι∙
Η Τιμωρία έγινε δικαίωμα αποκλειστικό του Κράτους,
Κι ανοίκεια σφηνώνονται τα παράθυρα στους τοίχους∙
Κι αυτάρεσκα καθισμένο το έγκλημα στο ύψωμα.
Πέρα η ερήμωση κι ο Πόλεμος…