ΚΟΣΜΟΣ

ΚΟΣΜΟΣ

Οι φίλοι γίναν δηλωσίες,
Οι εραστές αυτόμολοι∙
Και ριψάσπιδες οι θεοί.

 

Ο «πολεμοχαρής θεσμός», όπως χαρακτηρίζει το Κράτος ο Philip Bobbitt, εκκόλαψε:

  • τον «μηχανικό άνθρωπο» κατά τους Νεύτωνα και Descartes, ο οποίος κυριαρχείται από τον Επιστημονισμό=Scientism και την πίστη πως «μόνο η επιστημονική μέθοδος αποτελεί το πλέον αξιόπιστο μέσο καθιέρωσης της αλήθειας». Συνακόλουθα θεωρεί εαυτόν υπερέχοντα της Φύσης, στην οποία προσδίδει ρόλο καθαρά «οικονομικού πόρου». Η Φύση λογίζεται ως μία μηχανή, της οποίας η αποσυναρμολόγηση-πρόχειρη επιδιόρθωση-βελτιωτική επισκευή-ενδεχόμενη αντικατάσταση εξαρτάται πλήρως από την τεχνογνωσία και τους μοχλούς εξειδικεύσεώς της, με αποτέλεσμα να παραγκωνίζεται το «Όλον» και να ανατομείται το επιμέρους τμήμα.

  • τον «οικονομικό άνθρωπο» κατά τον Adam Smith, που επιζητά το κέρδος, και, αφού ο Καπιταλισμός είναι απόρροια της ύπαρξης του Κράτους, συμπηγνύει συντεχνίες=κλάδους=κόμματα και υπερμάχεται της κατάληψης του κρατικού θώκου, ώστε με γραφειοκρατικές δικλίδες να «μετασχηματίσει την Κοινωνία».

  • τον «πολιτικό άνθρωπο» κατά τον Niccolò Machiavelli, ο οποίος διχασμένος στη αντινομική σύμπραξη των εκφάνσεών του, «τύπος κυβερνήτη» και «τύπος κυβερνόμενου», συγκροτεί πολιτειακά όργανα και ομόσπονδες κοινοπολιτείες εκζητώντας την παντοδυναμία και κατ’ επέκταση την καταστροφή του. Άλλωστε «όποιος θεμελιώνει πολιτεία και της βάζει νόμους, να παίρνει προκαταβολικά για κακούς όλους τους ανθρώπους», όπως αναφέρει στις Διατριβές ο Machiavelli, λίαν παρεξηγημένος-παραφρασμένος στοχαστής, επειδή έδινε την οπτική της ένδειας της κλασικής φιλοσοφίας και αρνείτο την αυθεντία στη φυσική τάξη, που οι αρχαίοι σέβονταν. Ο «πολιτικός άνθρωπος» φέρει και στους δύο τύπους του την «εγγενή υποτέλεια», αφού κοινωνικά συνδέεται με την ανάδυση της οικονομίας της αγοράς, κατά την οποία παλεύει για την εγκαθίδρυση της «τάξης και ασφάλειας», και πολιτικά συνάπτεται με τη «δημοκρατική διακυβέρνηση», κατά την οποία «εκσυγχρονίζει» την «κοινωνική  αρμονία» προβαίνοντας στην απεχθή κι ανέντιμη θεώρηση της Ελευθερίας ως «εκούσια παραδοχή των κοινωνικών υποχρεώσεων και δεσμών» από Πολίτες που αναγκαστικά αναγνωρίζουν την αξία τους. Η Ελευθερία λοιπόν εναγκαλίζεται το «ο καθένας να κάνει το καθήκον του», και όπου «καθήκον» να ισούται με το μέλημα ελέγχου της τύχης από την αυθεντία, με τη μεταρρύθμιση της βούλησης από την «κοινωνική πρόνοια».

 

Κι εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ ένα υδροκέφαλο ιδεολογικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στήνεται η φονταμενταλιστική υπόσταση του Ανθρώπου, η οποία αναλώνεται στη «μερική τάση» της τόσο για ελευθερία όσο και για ισότητα. Αυτή ακριβώς η «μερικότητα» συνιστά την κρισιμότητα της αναπηρίας του, η οποία υποβαθμίζει το φαινόμενο της στέρησης δια μέσου της αναγωγής του σε εξαπάτηση. Στον «φονταμενταλιστικά ιδεολόγο» πλέον άνθρωπο εκλείπει η virtù, όχι η virtue στην λατινική και οι μεταφράσεις της ως αρετή, αλλά η άχραντος οξύνοια και αμίαντος σύλληψη της αδιάσπαστης εσωτερικότητάς του, όπως αυτή απεικονίζεται στον Άνθρωπο-Αγρίμι, η Δύναμη δηλαδή ώστε να διεκδικήσει την απόλυτη Ελευθερία.

Στις ως άνω παραμέτρους εδράζεται η πλάνη του «κοινωνικού κράτους», ένας επίπλαστος σοσιαλισμός αποψιλωμένος από τους βασικούς κώδικες ισονομίας-ισοπολιτείας-ισηγορίας, με τα υπαγόμενα μέλη να ασφυκτιούν υπό το βάρος των ανισοτήτων και να εναντιώνονται στην αόριστη φιγούρα των «Βαρβάρων». Στην «ανεπίσχετη πορεία της προόδου» της Ανθρωπότητας ο ορθός Λόγος συναίνεσε στην τροφοδότηση μιας ευπιστίας στους αγωνιζομένους για το ημίμετρο του «κοινωνικού κράτους» τη στιγμή που μεγεθύνεται η τάση περιορισμού αρκετών ελευθεριών συγκεκριμένων ομάδων στο όνομα κάποιου «δημόσιου ή κοινού καλού», του οποίου η επίκληση συχνά γίνεται μεν αυθαίρετα και ανεύθυνα στην ακλύτερη των περιπτώσεων δόλια δε στη χειρότερη αλλά ρεαλιστικότερη των περιπτώσεων.
Επιπροσθέτως η Ιδεολογία με την ανέντιμη αποστασιοποίησή της από την αντιπαράθεση μεταξύ των Πολιτευμάτων επέβαλε την αναγκαία επιβίωσή της στο υπερβατό-ανέφικτο, αφού χρησιμοποιείται ως μέσο καταδίκης-επίκρισης των αντίπαλων πεποιθήσεων υπαγορεύοντας ταυτόχρονα τη συγκράτηση της πιστοπληπτικής της ικανότητας απέναντι στους οπαδούς και υποστηλώνοντας την εκάστοτε κρατική δομή.
Ο Elias Canetti ευφυώς δίνει τον δεσμό εξουσίας-κράτους με το παράδειγμα γάτας-ποντικιού. «Το ποντίκι από τη στιγμή που αιχμαλωτίστηκε, βρίσκεται στη διάκριση της γάτας. Το άδραξε με τα νύχια, το κρατάει, μπορεί να το κατασπαράξει. Αλλά δεν το καταβροχθίζει! Παίζει μαζί του, κάτι καινούριο έχει μεσολαβήσει. Το αφήνει και του επιτρέπει να απομακρυνθεί λίγο. Το ποντίκι επιχειρεί να ξεφύγει, τρέχει, δεν είναι πια στην εξουσία της. Αλλά η γάτα έχει τη δύναμη και την ικανότητα να το ξαναγραπώσει. Αν το αφήσει να διαφύγει, δεν ανήκει στην εξουσία της. Η δύναμή της υπάρχει όσο με μια κίνηση, μπορεί σίγουρα να το καρφώσει με τα νύχια της. Ο χώρος που ελέγχει η γάτα, οι στιγμές της ελπίδας που αφήνει στον ποντικό επιτηρώντας τον από κοντά χωρίς να εγκαταλείπει διόλου την πρόθεσή της να τον κατασπαράξει, όλα αυτά αποκαλύπτουν τι σημαίνει δύναμη και εξουσία».

Και σε αυτό το σημείο έρχεται ο Max Weber να διατυπώσει ευφυώς πως «το Κράτος είναι ένα μόρφωμα στους κόλπους της Κοινωνίας, το οποίο κατέχει το μονοπώλιο της έννομης βίας. Ανάμεσα στις ποικίλες κυρώσεις που χρησιμεύουν για τη διατήρηση της τάξης, η ύστατη, η δύναμη, μπορεί να ασκηθεί μονάχα από ένα συγκεκριμένο , σαφώς αναγνωρίσιμο και πλήρως συγκεντρωτικό και πειθαρχημένο φορέα στους κόλπους της Κοινωνίας. Αυτός ο φορέας είναι το Κράτος». Στα όρια του κράτους ο άνθρωπος συγκροτεί συντεχνιακές αγέλες, που διψούν για αυτοδικία, αφού οι μορφές Εξουσίας ενσπείρουν νάρκες στο Κοινωνικό σώμα και σε πιθανή έκρηξή τους δεν αφυπνίζεται το ανθρώπινο αλλά το ταξικό ένστικτο.

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5 6

Leave a Reply