Γράφει η Ευαγγελία Τυμπλαλέξη.
«Εχθρός είναι κάποιος, του οποίου την άποψη δεν έχεις ακούσει.»*
Η κοινή γνώμη παρακολουθεί με ανάμικτα συναισθήματα κι αντιδράσεις τις αφίξεις προσφύγων να καταφτάνουν κατά ορδές. Η Μεσόγειος βάφτηκε κόκκινη, αφού χιλιάδες πτώματα άφησαν τον φόρο τιμής στα γαλανά νερά της. Ξενοφοβία-καχυποψία-αλτρουισμός, όλα μπερδεύουν τα παραγάδια στην προπέλα…
Όταν η ύπαρξη στη βιολογική-ψυχολογική-πνευματική της πλέξη είναι συνειδητή, επικαλύπτεται και συναινεί με τον εαυτό της. Ο άνθρωπος ωστόσο έρχεται συνεχώς αντιμέτωπος με το συναίσθημα του φόβου, το οποίο αναμορφώνεται κι αναπλάθεται κατά το ιστορικό-πολιτικό πλαίσιο. Η Αναγέννηση εμφανίζεται σαν την κρισιμότερη καμπή στο ιστορικό γίγνεσθαι, αφού η επιστήμη κλυδωνίζει τα θεμέλια του θεοκρατούμενου σύμπαντος. Το άτομο επαμφοτερίζει, διότι δελεάζεται αφ’ ενός απ’ την απελευθερωτική πληροφορία, που αφειδώς προσπορίζει ο Διαφωτισμός, καταπιέζεται αφ’ ετέρου απ’ την εγκατάλειψη σ’ ένα άθεο σύμπαν, που του δημιουργεί ανασφάλεια. Ο φόβος συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της μύχιας ζωής και σε ακραίες μορφές επάγει σε κοινωνική παράλυση.
Τρομοκρατία ονομάζεται η «ικανότητα» του χειρισμού του φόβου και στον όρο δεν ενέχεται μόνο η προοπτική του ολέθρου αλλά και της τελμάτωσης της σκέψης. «Η τρομοκρατία δεν υπάρχει: ή ακριβέστερα, δεν αποτελεί έννοια που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις κοινωνικές επιστήμες και τη στρατηγική» υποστηρίζει ο Didier στο έργο του «L’ impossible cartographie du terrorisme». Η προσέγγισή του ερείδεται στην ιδέα πως ο όρος και μόνο εμπεριέχει μια πολεμική, αφού η κοινή λογική τον αποτιμά σαν μορφή βίας, η οποία πλήττει αθώα θύματα, αλλά στην ουσία πρόκειται για κατασκευασμένο φαινόμενο, που αφορμάται από πιθανά αθώα θύματα για να νομιμοποιήσει την καταστολή πολιτικών εναλλαγών-διαφοροποιήσεων. Η Τρομοκρατία δεν στοχεύει μόνο σε κατακερματισμό του κοινωνικού ιστού αλλά και σε ανάφλεξη ψυχολογικής ακαθοριστίας. Η εισροή των προσφύγων αντικατοπτρίζει έναν παρόμοιο συνδυασμό αποδυνάμωσης, ο οποίος προκαλεί ανάμικτα συναισθήματα φόβου-σύγχυσης-θυμού, διότι πυροδοτεί τη στιγμιαία αναστάτωση αποσυντονίζοντας την παγιωμένη νηνεμία της Δύσης.
Τα σπάργανα της παγκοσμιοποίησης ξετυλίγονται πριν περίπου 150 χρόνια, με την πρώτη εμφανή ένδειξη το 1851, όταν στο Crystal Palace στο Λονδίνο εγκαινιάζεται η πρώτη παγκόσμια έκθεση. Εν αρχή τα όρια της επέκτασης είναι αόρατα και δεν αργούν να μετεξελιχτούν σε απαραβίαστα σημεία του εκκολαπτόμενου καπιταλισμού. Ο Κος Σλότερντικ, γερμανός φιλόσοφος, επισημαίνει πως η «καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση δεν σημαίνει μόνο άνοιγμα και κατάκτηση αλλά εγκαθίδρυση μιας ανελέητης ταξικής διαίρεσης, κατά την οποία κάποιοι βρίσκονται προφυλαγμένοι στο θερμοκήπιο, ενώ κάποιοι άλλοι περιφέρονται εκτεθειμένοι γύρω απ’ αυτό». Όπου θερμοκήπιο δες Δύση κι όπου περίβολος η Ανατολή, κι ας επιτραπεί η έκφραση.
Το δράμα εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων, που εγκλωβίζονται σε τακτικές δραπέτευσης απ’ τη λαίλαπα της ανέχειας και του πολέμου δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά μία απόληξη του καπιταλισμού, και τα μέτρα προστασίας, που λαμβάνονται στη Δύση δεν συνιστούν παρά ακρότητες, που αποσκοπούν σε συρρίκνωση των ατομικών δικαιωμάτων. Η «αγκυλωτική άκανθα παρεμβάσεως» της Αμερικής δηλώνει μονολιθική αυθαιρεσία κι αναδεικνύεται θεμελιώδης συντελεστής της βάναυσης και αποδιαρθρωτικής δυναμικής. Και σ’ αυτό το σημείο αδόκιμο θα ήταν να μην αναφέρουμε τη ρήση του Καρτέσιου: «Δεν βλέπουμε απ’ το παράθυρο παρά μόνο καπέλα κι επανωφόρια, κάτω απ’ τα οποία μπορεί αν κρύβονται φαντάσματα και ανδρείκελα, που κινούνται μόνο χάρη σε ελατήρια». Ο φιλόσοφος αποπειράται να διακωμωδήσει την αξίωση μιας αντικειμενικής γλώσσας. Κατ’ εφαπτομένη όταν καταδικάζουμε τον όρο τρομοκρατία με αλόγιστους εξορκισμούς, η περιγραφή εξαντλείται σε ατροφικές στρατηγικές εθελοτυφλώντας μπρος στις προθέσεις. Η αναγωγή σε ιδέες προτρέπει σε προσφυγή στον τρόμο αλλά δεν εμβαθύνει στους λόγους αποστασιοποίησης απ’ την εννοιολογική ανάλυση της πολιτικής βίας.
Pages: 1 2