Αν, σύμφωνα με τον Κώστα Αξελό, ένα απ’ τα μείζονα προβλήματα, που τίθενται αποκρυπτόμενα ή ευθαρσώς φανερωμένα, είναι εκείνο της επιπεδότητας που συμβαδίζει με την υπερ-εκζήτηση, ένα ποιητικό πόνημα, απαλλαγμένο από βαρύγδουπες κι ενδεχομένως στερεότυπες επιχειρηματολογίες προς επίρρωσή του, οδηγεί με ανάλαφρο βηματισμό στην αποδοχή του σκέπτεσθαι. Η Εμπειρία της απογοητευτικής αφθονίας, η οποία ακρωτηρίασε τον άνθρωπο συνθλίβοντάς τον σε αναπότρεπτη εξάρτηση, καταρρίπτεται με μιαν απλή κίνηση. Αν περάσουμε την άβυσσο που χωρίζει την επιθυμία απ’ την κατάκτηση, διακρίνοντας την αλήθεια απ’ το ψέμα.
Πολλές φορές ένα ποίημα μπορεί να λειτουργήσει σαν μύθος παραμορφωτικός. Όχι όμως αν το διάβημα αποκωδικοποίησης ωθεί το αρθρωμένο ξετύλιγμα της περιπλάνησης.
Όλα για λίγο είναι. Μόνο που το λίγο είναι υποκειμενικό.
Η ρήση κινδυνεύει να προσδεθεί σε άρμα πολιτικών ή θρησκευτικών δογματισμών, αν την ερμηνεύσουμε εστιάζοντας σε δυνάμεις που κατευθύνουν τις τύχες των λαών. Δεν θα μπορούσε ωστόσο να αναχθεί παρά στον διευρυμένο όρο της «δυσκολίας» του Ludwig Wittgenstein περί προσήλωσης και σκέψης, όπου ο διαπρεπής φιλόσοφος υποστηρίζει, μπορεί κανείς να κοιτάει προσηλωμένος κι όμως να μην βλέπει ή να νομίζει κάθε φορά πως βλέπει κι όμως να μην βλέπει καθαρά. Κατά πόσον είναι άμοιρος ευθυνών ο Νους για τον προσδιορισμό αυτής της ποσοτικής περιχαράκωσης του ατόμου σε πυρήνα τηλεκατευθυνόμενο; Ποια αλήθεια υποφώσκει αν επιστρατεύσουμε την ανθρώπινη Μνήμη προς αποκάλυψη του ακρότατου ορίου της πλάνης; Τα ερωτήματα συνάγονται ευχερώς απ’ την αντικειμενικά ορθή διαπίστωση του γράφοντος για να παραπέμψουν σε φιλοσοφικές σταθερές του Επίκουρου ή του Ηράκλειτου.
Η δυστυχία είναι στον άνθρωπο. Η ευτυχία είναι ο άνθρωπος.
Είναι σαν τα πιόνια να έχουν παγιωμένη βούληση ενώ αυτοί που τα κινούν όχι. Ένας μετασχηματισμός, που άρχισε να εκδηλώνεται ανεπαίσθητα αλλά συν τω χρόνω να λαμβάνει ανυπόφορες διαστάσεις. Ο άνθρωπος χάνει την ουσία του διαλαμβάνοντας λεπτομερώς τις πτυχές της ζωής του μόνο μέσω συμβατικών οργάνων ανάλυσης-σφυγμομέτρησης, ακυρώνοντας έτσι κάθε δυνατότητα βίωσης ικανοποιήσεων-απολαύσεων έξω από καθορισμένο πλαίσιο, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Ο ίσκιος της οικονομικής μεγέθυνσης-σμίκρυνσης παραμονεύει για να εγγίσει το ψυχικό βένθος. Σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική Σκέψη όλες οι αξίες-αρχές αποτελούν ισόμοιρα ζεύγη, και εξισορροπιστής της σύννομης-ισότιμης διάρκειάς τους καθίσταται η Νέμεσις. Το δίπτυχο ευτυχία-δυστυχία παρουσιάζεται στον στίχο σαν ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο αφ’ ενός του απώτατου παρελθόντος υπονοώντας το αρχικό όραμα ως έλλογο και αφ’ ετέρου του απώτατου μέλλοντος καμπανίζοντας τη θλιβερή απόληξη ως μηχανοποιημένο ενεργούμενο.
Και γίνηκαν περιουσία τους, η φτωχοσύνθεση και η πολύτιμη! Λήθη!
Τι άλλο να προσθέσει ένας αναγνώστης δίκην επιλόγου, μετά απ’ τον εύγλωττο αυτό στίχο;
Ίσως μόνο πως το εν λόγω έργο εκπονείται από έναν νέο κάτω των τριάντα ετών, χωρίς κατευθυντήριες μέντορα ή αρωγή δασκάλου. Κι αυτό από μόνο του έχει βαρύτητα…
Pages: 1 2