Εδώ Δημοκρατία

Εδώ Δημοκρατία

Δεν καταλαβαίνω γιατί οι Θνητοί απορούν με την υπέρμετρη βία, η οποία ασκήθηκε εκ μέρους των Αστυνομικών Αρχών!

Η απογύμνωση ως εκτεταμένη πρακτική εκφοβισμού έλκει τις ρίζες της στις ανακριτικές μεθόδους της CIA στην Αμερική και της «Επιτροπής για την Κρατική Ασφάλεια» στη Ρωσία, γνωστή μας Κα Γκε Μπε.

Και οι δύο Οργανώσεις διακατέχονται από στρατιωτική ιεραρχία και συστήθηκαν με σκοπό την περιφρούρηση της «Τάξης & Ασφάλειας» στα όρια του εκάστοτε Κράτους. Έκτοτε πλήθος αστυνομικών εκπαιδεύτηκαν στη μία ή στην άλλη δεξαμενή.

Αποτελεί βασανισμό επειδή η αφαίρεση των ρούχων και η έκθεση της γυμνότητας του ανθρώπου σε περιβάλλον, όπου θεωρείται ντροπιαστικό, τον καθιστά αμέσως υποτελή.

Τα άτομα που αποφασίζουν να ενταχθούν στα Σώματα Ασφαλείας είναι αποφασισμένα να χειροδικήσουν σε βαθμό κτηνωδίας χρησιμοποιώντας την «υπηρεσιακή» τους ιδιότητα.

Η «εργασία» μας χαρακτηρίζει, είτε το θέλουμε είτε όχι, κι ένας αστυνομικός είναι διαχειριστής εξουσίας και φυσικός αυτουργός Βίας.

Τα Σώματα Ασφαλείας δεν συνιστούν παρά καθεστωτικούς μηχανισμούς. Πρόκειται για ξεκάθαρο βραχίονα Εξουσίας, τον οποίο χρησιμοποιεί το Κράτος, ώστε να νομιμοποιήσει τη Βία ως «ίδιον προνόμιο», ως γνωστόν η κρατική Βία είναι υπεράνω ποινικοποίησης!

Η Νομιμοποίηση της Βίας επιτυγχάνεται πλήρως όταν η Δεξιά την καθιστά δομικό στοιχείο των κατασταλτικών Θεσμών και όταν η Αριστερά προσπαθεί ως κυμματοθραύστης να την οργανώσει και να την οικοιοποιηθεί υπό «ανθρωπιστικού» προσχήματος δια της υπερκοινωνικοποίησης. Διακαής πόθος αμφοτέρων είναι η δογματοποίηση του «Νόμος και Τάξη» αποσαφηνίζοντας τα ερείσματά τους κι επιδιώκοντας τον βασανισμό είτε δημόσια είτε δια του αόρατου πανοπτικού ελέγχου, ανάλογα από ποιο μετερίζι εκπέμπουμε, ως μονοσήμαντη πρακτική επιβολής.

Κι ενώ ο Φασισμός λατρεύει τον συγκεντρωτισμό αλλά δεν επιθυμεί την κολεκτιβοποίηση της οικονομικής ζωής, επειδή στοχεύει στη διαμόρφωση κατακερματισμού της συνείδησης και εμμέσως των κοινωνικών δομών, ο Σοσιαλισμός πρεσβεύει κεντρικό σχεδιασμό, στον οποίο εμφωλεύει η διχαστική ιδέα του ταξικού πολέμου, ώστε η υπέρβαση του δυισμού δομής και υποκειμένων να καθίσταται αδύνατη, επειδή η αντανακλαστικότητα των ομάδων περιορίζει τον πρωταρχικό της ρόλο στην «καθημερινή ευημερία», η οποία εκκινεί και καταλήγει στον «δικαιωματισμό=συνεχή μέριμνα», αυτόβουλη παραδοχή της έλλειψης της Ελευθερίας δηλαδή.

Συνεπώς δεν υπάρχει κανένα κυβερνητικό σχήμα, που να μπορεί να εγγυηθεί παρά μόνο «ηπιότητα» της καταστολής, αλλά καταστολή σίγουρα, για τον εξής απλό λόγο πως στον πυρήνα των κρατικών μορφωμάτων ενέχεται η ιεραρχία και η μέριμνα διαφύλαξής της.

Το να πιστεύουμε πως οι Κρατικοί Φρουροί, ασχέτως κομματικής κυβερνησιμότητας, θα τηρήσουν «Ηθικές Αξίες», έστω και όπως αυτές επιβάλλονται ως πολιτειακή κανοναρχία, και θα επιδείξουν σεβασμό στα «Ανθρώπινα Δικαιώματα»,έστω και όπως αυτά ανατομήθηκαν απ’ τη Νομική ως κατασκευασμένος δικαιωματισμός προς ποδηγέτηση εν τέλει της Ελευθερίας του Ατόμου, είναι σαν να πιστεύουμε πως ο Επιστήμονας παρακινείται από την «επιθυμία» να «ωφελήσει την Ανθρωπότητα».

Και σαφώς όταν μιλάμε για την «Κοινωνία» αναφερόμαστε σ’ έναν ιστό, ο οποίος αποτελείται από πολλά διασυνδεόμενα κομμάτια. Η αποκόλληση του ενός κομματιού επισύρει αναταράξεις και στα υπόλοιπα. Συνακόλουθα διαμορφώνεται συλλογικά και συνειδητά η τάση προς αυτή τη δογματοποίηση, επειδή το μεγαλύτερο ποσοστό των επιμέρους κοινωνικών ψηφίδων εξυπηρετούνται μέσα σε αυτή την πολιτισμική κανονικοποίηση και κατ’ επέκταση μπορεί ενδεχομένως να εξανίστανται προσωρινά μπροστά σε ανάλογες βιαιότητες αλλά επικροτούν την καταστολή δια της Νομοτυπίας τους.

Τρανό παράδειγμα είναι το 28 Συνέδριο Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, το οποίο διοργανώνει το «Ινστιτούτο Πολιτισμού, Δημοκρατίας και Εκπαίδευσης» και λαμβάνει χώρα το τριήμερο που διανύουμε, καθόλου τυχαία θα έλεγα επιλογή ημερομηνίας!

Η Εκπαίδευση συνιστά ακρογωνιαίο λίθο επιβολής και καταστολής και να θυμίσουμε πως συγκροτήθηκε κι επεβλήθη ως θεσμικά υποχρεωτική.

Στα μέσα του 19ου αιώνα η Δημοκρατική Ολιγαρχία στις χώρες του Δυτικού Πολιτισμού έκρινε επιτακτική την ανάγκη υπαγωγής των μαζών σε «Εθνικό Σύστημα Αναγκαστικής Εκπαίδευσης».

Στην Ευρώπη διανύουμε την περίοδο Βιομηχανικής επανάστασης και χρειαζόμαστε την εκπαίδευση μίας «αποδοτικής εργατικής δύναμης», στην οποία να εμφυσήσουμε την εντύπωση πως θα ξεριζωθεί απ΄ τη φτώχεια και θα ενδυθεί την αυτό-διακυβέρνησή της.

Η Αμερική δέχεται κύματα μεταναστών Ευρωπαίων και κυρίως Ιρλανδών, εμποτισμένους με το «σύνδρομο του Προτεσταντισμού», και κινδύνευε άμεσα από διολίσθηση του κοινωνικού ιστού σε κλίμα ταξικής σύγκρουσης-κληρονομικής φτώχειας-πνευματικού σκοταδισμού, εδώ χρειαζόμαστε την εκπαίδευση μίας «επίπλαστης ομοιογένειας», προσήκουσα στην αυτό-καταστολή, ώστε να ποδηγετηθεί το υφέρπον αναστάτωμα.

Στην Ελλάδα πιο συγκεκριμένα η Εκκλησία πυροδοτούσε θρησκευτικό φανατισμό-σκοταδισμό αφ’ ενός για την παρακράτηση των προνομίων της, τα οποία δεν επηρέασε ο Οθωμανικός ζυγός, και αφ’ ετέρου για την πρόκριση της Μεσαιωνικής Θεοκρατίας, την οποία ευελπιστούσε να επαναφέρει.

Υπό αυτό το κλίμα μείζον ζήτημα σε παγκόσμιο επίπεδο ετίθετο λοιπόν η «ευταξία», στην οποία θα πειθόταν το σύνολο του πληθυσμού δια της τεθλασμένης σαφώς. Και το δέλεαρ αυτού ονομάστηκε Σύστημα Παιδείας, επειδή «το συμφέρον της Κοινωνίας ήταν ένα σύστημα οικουμενικής-υποχρεωτικής Εκπαίδευσης που θα απομόνωνε τον μαθητή-σπουδαστή από άλλες επιρροές και θα τον υπέτασσε σε κανονική δίαιτα».

Μέριμνα ήταν να δημιουργηθεί μία διευρυμένη δεξαμενή μαθημάτων, άσχετων ωστόσο με τη διανοητική όξυνση, τα οποία υπόσχονται υποσκέλιση της «επαρχιώτικης οπισθοδρομικότητας» και θα βασίζονται στην ηθική διδασκαλία των στοιχειωδών αρχών της νεωτερικής κουλτούρας ενσταλάζοντας τον πατριωτισμό αλλά απαλείφοντας τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες.

Στην ουσία η Εκπαίδευση στόχευε εξ αρχής, και δεν έχει παρεκκλίνει στο ελάχιστο του σκοπού της μέχρι και σήμερα, τη «νοητική συνήθεια» του εγκεφάλου, η οποία θα καθιστά τον Πολίτη κατ’ επίφαση καλό – αυτοδύναμο – εύστροφο αλλά εν τέλει βραδύνου και θετικό στην εργασιακή πειθαρχία.

Παρ’ όλο που τα κινήματα του ’68 αντέδρασαν, μεταπολιτευτικά εισάγεται σωρεία μαθημάτων Εμπορικού-Τεχνολογικού-Διαφημιστικού περιεχομένου, συνεπώς ο Δάσκαλος αναλαμβάνει να διδάξει τις δεξιότητες του «παραγωγικού» εργάτη ή στελέχους, μικρή η διαφορά, στον οποίο εμφυτεύει το συνδικαλιστικό ένστικτο όχι ως κριτική απέναντι στην εξουσία αλλά ως πειθήνια συνδιαλλαγή που αφορά μόνο την αύξηση της αμοιβής.

Παρατηρώντας τις θεματικές, με τις οποίες ασχολήθηκαν οι Ομιλητές, κατά κύριο λόγο μεταπτυχιακοί-διδακτορικοί φοιτητές, αδόκιμο να μη αναφέρουμε πως οι μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές είναι επ’αμοιβή στα Δημόσια Πανεπιστήμια!, που σημαίνει «πληρώνω την ανέλιξή μου στην κρατική ιεραρχία ή τον διορισμό μου στην κρατική μηχανή», συμπεραίνουμε εύκολα τον προσανατολισμό σε «ελεγκτικές μεθόδους« επί του Ανθρώπου από μικρή ηλικία, ώστε να διασφαλιστεί η πειθήνια συμπεριφορά.

Σε κάθε περίπτωση ο όρος «Αγωγή» που χρησιμοποιείται στις περισσότερες θεματικές υποδηλώνει την απομείωση της αυτονομίας του ατόμου και την παράλληλη ένταξή του στο σύστημα μεγάλης κλίμακας προς εντονότερη εξάρτησή του.

Υπό το πρόσχημα της «ανθρωπιστικής ιδιότητας» η Ψυχιατρική παγιώθηκε στα σχολεία και ετικετοποιεί τον άνθρωπο από τη μικρή ηλικία επιβάλλοντας το

«κοινωνικό προφίλ» με σημειώσεις και σχεδιαγράμματα «βελτίωσης».

Και όταν αποτυγχάνει η Ψυχιατρική στο πλαίσιο της «Ψυχιατρικοποίησης της Παιδείας», μία αμφίβολης εγκυρότητας ψευδοεπιστήμη, η οποία βασίζεται μόνο σε παρατηρήσεις μη αποδεικνυόμενες αλλά αναλαμβάνει ηνία κατασταλτικών θεσμών ως παντοδύναμος ελεγκτικός μηχανισμός του κοινωνικού ιστού, καταφθάνει η Αστυνομική Βία. Ειδικοί Φρουροί και οι δύο, ο πρώτος ασκεί εξουσία κι επιβολή με συγκεκαλυμένο προσωπείο ενώ ο δεύτερος με ανοιχτό πρόσωπο.

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2

Leave a Reply