Δόνα Ζουάν

Δόνα Ζουάν

Κάθε λίγες μέρες επιβιβάζομαι σ’ ένα τραίνο και κάθομαι πάντα αντίθετα στη φορά του.
Κυλάει ο πούστης ο Χρόνος,
Σαν δαιμονικός σωσίας στον καθρέφτη·
Εξαλείφοντας κι υπερτονίζοντας το παιχνίδι,
Του προσανατολισμού μου στον Χώρο·
Καταστέλλοντας τις λιγοστές μου πενταροδεκάρες,
Επιτείνοντας το συσκοτισμένο μου Χάος…

 

(Ακούστε την απαγγελία)

      1. Dona Zuan - Ευαγγελία Τυμπλαλέξη

 

Δεν ξέρω ποιο έτος διανύω,
Απ’ τη ζωή μου ή απ’ τις ζωές των άλλων·
Με πνίγουν οι Περαστικοί που στέκουν σαν γκιλοτίνες στα Τοπία,
Με τα μαλλιά τους πεσμένα και χαλασμένα δόντια·
Με την αναπνοή τους δύσκολη και κινήσεις βαριές·
Με τις αρθρώσεις αγκυλωμένες και τς φάλαγγες των δαχτύλων δύσκαμπτες·
Είναι και οι κορσέδες στο κούφιο κεφάλι των Καλλιτεχνών·
Είναι και τα τανκς στριμωγμένα στα μποτάκια του καταναλωτισμού·
Όταν Γράφω, βγάζω όλα τα ρούχα!
Ένα-Ένα, επειδή νιώθω σαν κονσέρβα αεροστεγώς κλεισμένη·
Όταν είχα τη Γύμνια νεαρή και φρέσκια,
Άδειαζαν στα γόνατά μου οι Άρπαγες λεκτικές μαγκιές και μ’ ονόμαζαν αστή Πουτάνα·
Όταν τη Γύμνια έχω ώριμη με Λόγο κι επιχείρημα,
Στον Λήθαργο να εναντιώνεται και στην τυφλή υποταγή των καταπιεσμένων διαβίου·
Φυσούν οι Λαφυραγωγοί στα ρουθούνια ετυμολογικές σπιουνιές και μ’ ονομάζουν χωριάτα Τρελλή.
Θα θέλανε τη συμμόρφωση, στ’ αλήθεια, στον Αναγεννησιακό Πουριτανισμό·
Νεραϊδένιες φορεσιές και πίστη αγελαδίσια.
Δεν ξέρω καν αν εκεί που πηγαίνω με περιμένουν.
Πάντως παίρνω εισιτήριο και είμαι ready,
Ο Σταθμάρχης με κοιτάζει με το λιγωμένο βλέμμα του·
Ξοδεύω χωρίς λόγο την υπομονή μου ‘κεί που αργοπεθαίνουν τα προσχήματα·
Και φτιάχνω τόσες ιστορίες που θα καταστρέψουν.
Πάντως έχω καταστρώσει Σχέδιο να σπείρω αναθυμιάσεις·
Και θα διατεθεί ο Περιπτεράς να με βοηθήσει.
Σίγουρα πάντως δεν προλαβαίνω «την Ανθρωπότητα να σώσω»!
Ίσως θα ‘πρεπε να συνταξιοδοτηθώ απ’ το «Κράτος Πρόνοιας» γι’ αυτή μου την παραδοχή,
Τόσοι Σωτήρες με την Ηθική τους να λιμνάζει πάνω σε σταυροκοπήματα·
Σκέφτομαι πως οι οσμές μας οδηγούν στο θήραμα,
Σκέφτομαι πως οι Προσευχές έχουν κεντημένες προεκτάσεις·
Πάνω σε Κομμουνιστική ή Φιλελεύθερη συγκρότηση για τον «Εαυτό» τους.
Αν ο «προλετάριος» μάθαινε να ηδονίζεται στην τεμπελιά του,
Τοτε κι ο μύθος της «Γενικής Απεργίας» θα έχανε τη «επισμαλτωμένη σκληρότητα»·
Και οι Ιδεολογίες θα ξέμεναν από «απόλυτους όρους»…

Όταν Γράφω, βγάζω όλα τα ρούχα!
Είναι τα φίδια στο μουνί που ζητούν γράμματα για το γκρίζο,
Ανοίκεια κι ανήλεα να φωνάζουν:
«Μήδεια γίνε και λάτρεψέ με,
Κι όπως θα πέφτουν τα τεμάχια απ’ τα παιδιά σου∙
Με τη γραφή σου σκύψε,
Εκδίκηση να πάρεις»…

Πολλές φορές, κοιτώντας συγκεντρωμένη το ταβάνι,
Νομίζω πως δραπετεύουν οι χλευασμοί σαν πρόσωπα με μάσκες·
Αστοί Διώκτες κλονισμένοι από μιαν ανεπαίσθητη Δράση,
Διωκόμενη χωριάτα κορυφωμένη στην ψηλάφηση μιας συγκίνησης·
Μάλλον είμαι Ικανή ν’ αλυσοδέσω στα κάτεργα τη Μανία που βουίζει,
Ικανή ακόμη-ακόμη να εκβιάσω τα μύχιά σου Αναγνώστη·
Για επικείμενη περιγραφή συμφορών.
Και κάθε στίχος προφανής και σκοτεινός να κρύβει·
Του Διώκτη την προσωπίδα και την εύνοια της καταδίωξης.
Έχω στον πάτο της τσάντας μου έναν αναπτήρα σου,
Πάντα ξεχνούσες πράγματα στο σκοτεινό μου δωμάτιο·
Το κλάμμα και η απληστία καθυστερούν την εξάτμιση της βροχής,
Σαν την άυξηση της Αποχής που χαρακτηρίζει την τελευταία γουλιά του Πλειοψηφικού·
Όταν μιλά η «Επιστήμη», εξασφαλίζοντας μιαν «αρμονκή ισορροπία»,
Της αναπαραγωγής μια Γνώση ορμονική·
Αν Εσύ είσαι Απάτσι Εγώ είμαι Ινδιάνα που θα σβήσει τους χάρτες,
Για να μην σκάβουν οι Θνητοί τα αυγά από τις χελώνες·
Αυτές που μετατρέπονται σε χειμάρους κα μουτζουρώνουν τη σαπίλα με ευχές.
Δεν υπάρχει τέτοιο είδος χελώνας,
Μόνη μου τα φαντάζομαι σαν Ψεύτρα που επιδεικνύει τα στήθη της·
Κολυμπώ στα ρυάκια και ρίχνω πιπέρι στους δρόμους,
Η έυφορη γη σπανίζει.
Δεν πήρες για ενθύμιο το «κίτρινο εσώρουχο» που Σε γοήτευε,
Τα ενθύμια είναι που κρατούν ζωντανή την Αφή·
Ενίοτε…

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5

Leave a Reply