Γράφει η Ευαγγελία Τυμπλαλέξη.
«Για να απαλυνθεί η δυστυχία των λαών, απαιτεί να κοιταχτούν στον καθρέφτη οι μορφωμένες τάξεις, αντί να περιορίζονται σε θρήνους σχετικά με τα εγκλήματα των επίσημων εχθρών, για τα οποία συχνά ελάχιστα μπορούν να γίνουν.»
Νόαμ Τσόμσκυ
Διεθνής άγνοια!
Οι ΗΠΑ αναπαρήγαν στερεοτυπικά τις οικονομικές-πολιτικές σχέσεις με την Μητρόπολη Μ. Βρετανία, ως τον Δεκέμβριο του 1823, όπου ο πρόεδρος Μονρόε με την αρωγή του Υπουργού Εξωτερικών Τζον Άνταμς θέσπισαν το δόγμα Μονρόε σχετικά με τον αποικισμό και του οποίου το καταστατικό καθιστά σαφές ότι οιαδήποτε πιθανότητα ανάμιξης των Ευρωπαίων στις πολιτικές καταστάσεις των ΗΠΑ δύναται να πυροδοτήσει διπλωματική ανάφλεξη, διότι υπολαμβάνεται σαν επιθετική ενέργεια.
Μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο ιστός της διεθνικής νομοτέλειας μεταβάλλεται άρδην. Τα ευρωπαϊκά κράτη ξημερώνουν σε ειρηνικό κλοιό, ο οποίος έχει αποπέμψει τις εμπόλεμες συγκρούσεις μεταξύ των Δημοκρατιών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αλλά επιλαμβάνεται προληπτικής βίας-εξαπάτησης-επιθέσεων ενάντια στις εκτός κύκλου χώρες. Αν τα «φωτισμένα» κράτη του 19ου αιώνα επαίροντο για εκπολιτισμό των «βαρβάρων» μέσω ανελέητων δηώσεων, τα τελευταία χρόνια οι Ηγέτες ανά τον κόσμο και οι Επιστήμες επιδίδονται με ζήλο θερμουργό σε μία αυτοκολακεία για την επίτευξη ενός ιδεαλιστικά καινούργιου κόσμου, στον οποίο υπερτερεί η αποφασιστικότητα για ράπισμα αφ’ ενός στη βαρβαρότητα και προσήλωση αφ’ ετέρου στην αξία του ανθρώπου.
Αν διερευνήσουμε επισταμένως ωστόσο, διαπιστώνουμε βαρομετρικό εντυπωσιακό σχετικά με την άνοδο εγκλημάτων-τρομοκρατίας και με την επίδειξη ισχύος δια μέσω εμπόλεμων συρράξεων. Η εμμονή περί ανάληψης στρατιωτικής δράσης σαν ανθρωπιστική παρέμβαση επικάθεται στη φαρέτρα των Δυνάμεων και συνιστά τη θρυαλλίδα ακόμη και ανακατασκευής της ιστορικής πραγματικότητας.
Απ’ το 1947 ως το 1991 αμφότερα τα δύο Μπλοκ, Ανατολικό με ηγέτιδα Δύναμη την ΕΣΣΔ και το αντίστοιχο Δυτικό ιμπέριουμ με αρχηγό τις ΗΠΑ, εξοντώνουν τις αντοχές του παγκοσμίου στερεώματος με την εμπλοκή τους σε ανελέητο γεωπολιτικό-στρατιωτικό-οικονομικό ανταγωνισμό.
Η «ψυχροπολεμική» περίοδος ξεκινά πιο επίσημα με την εισβολή της CIA στην Κούβα και την επέμβαση τον Απρίλιο του 1961 στον Κόλπο των Χοίρων. «Δεν μπορούμε να ανεχτούμε βέτο από οποιαδήποτε άλλη Δύναμη. Οι Ευρωπαίοι ή έρχονται μαζί μας ή μένουν πίσω» φέρεται να εκστομίζει ο Κέννεντυ στον υπουργό των Εξωτερικών. Κάτι το οποίο επαναλαμβάνεται περίπου σαράντα έτη αργότερα με τον Μπους να το εξακοντίζει στον Πάουελ και όταν διακυβευόταν η επέμβαση στο Ιράκ. Και στις δύο περιπτώσεις το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας-NSC εξέταζε τρόπους πρόκλησης αλλαγής καθεστώτος, Τόσο του Κάστρο όσο και του Χουσεΐν απέβαιναν εντελώς ασύμφορα για την αμερικανική εταιρειοκρατία, η οποία εποφθαλμιούσε επέκταση στις παγκόσμιες αγορές.
Μετά από πολλά χρόνια και καθώς αποχαρακτηρίζονται συνεχώς έγγραφα ως απόρρητα και τίθενται υπό τα όμματα των ερευνητών, αποκαλύπτεται απ’ το ISG, Ομάδα Επιθεωρήσεων στο Ιράκ-διερευνητική αποστολή εξεύρεσης των όπλων μαζικής καταστροφής, πως «δεν ανιχνεύτηκαν επαρκή στοιχεία αποδείξεως της ύπαρξης των όπλων μαζικής καταστροφής». Ομοίως και στην περίπτωση της Κούβας ουδόλως δεν πρόκειται για διασωστική κίνηση των ΗΠΑ αλλά για ενορχηστρωμένη εκστρατεία της προς κατασίγαση της κουβανικής επαναστάσεως, αφού η ίδια η CIA εξόπλιζε αντάρτες προς υποκίνηση βομβαρδισμών-εμπρηστικών επιθέσεων.
Η μετανεωτερικότητα της εκσυγχρονιστικής ευφορίας…
Η κατάρρευση του σοσιαλισμού εν έτει 1991 στη Ρωσία σηματοδοτεί την υπαγωγή σε νέα δεδομένα. Η πολιτική πόλωση ανάγεται σε δογματική αντίταξη «προόδου» και «συντήρησης». Όπου πρόοδος υποδηλώνει την αντιστικτική τεχνική του φιλελευθερισμού και όπου συντήρηση παρεμφαίνει τη διορατική λύτρωση απ’ τις μελλοντικές φάρσες. Για μία τριετία οι λαοί διανύουν την περίοδο «των υψηλών προτύπων» με τον απομιμητισμό ωστόσο να ελλοχεύει τη φιγούρα και όχι την ουσία, αφού τα πρότυπα τυγχάνουν επαρχιώτικης απορρίψεως. Οι μορφές εξουσίας μεταμορφώνονται, το εκσυγχρονιστικό έλλειμα ουσίας παραμένει χαίνον, οι ανθρωπιστικές παρεμβάσεις υπόκεινται σε μετανεωτερική παραλλαγή τους.
Η «λάμψη της αγιοσύνης» εκκινεί λίγες δεκαετίες πριν το λυκόφως του 20ου αιώνα. Το 1997 και υπό τον μανδύα ανθρωπιστικών κινήτρων η Αμερική παρείχε σε Τουρκία αστρονομικά ποσά προς αρωγή στην οργανωμένη εκστρατεία κατά του θλιβερά καταπιεσμένου κουρδικού λαού, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν εκατομμύρια άνθρωποι σε αποτρόπαιη θανάτωση. Μετά το Ισραήλ και την Αίγυπτο, η Τουρκία αναρριχάται στην τρίτη θέση, ως ένας εκ των μέγιστων αποδεκτών αμερικανικών όπλων με το 80% των προμηθειών της να προέρχονται απ’ την Ουάσιγκτον. Ταυτοχρόνως η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Κολομβία απογειώνεται στα ύψη, σε βαθμό επισκίασης της Τουρκίας.
Οι εμφύλιες συγκρούσεις ερείδονταν σε ριζώματα ακραίας αντιπαλότητας ανάμεσα σε πλουτοκρατία κι εξαθλίωση. Ο πολύτλας πληθυσμός υποδιαιρέθηκε σε ομάδες ανταρτών, οι οποίοι μετεξελίχτηκαν σε επιπρόσθετους τιμωρούς. Εκτιμάται ότι πάνω από 350.000 άτομα εξαναγκάσθηκαν να τραπούν σε φυγή απαρνημένοι των εστιών τους. Στο Ιράκ ο αριθμός των εκτοπισμένων εκτινάσσεται στον αριθμό του 1.000.000 ατόμων. Σε κάθε περίπτωση η αμερικανική βοήθεια κάνει λόγο για αντιμετώπιση του «άξονα του κακού» ενώ εύλογη είναι η αναρώτηση αν και οι πληγέντες θεωρούν τον πόλεμο ως τον μοναδικό δρόμο προς την επαναπόκτηση των χαμένων αγαθών-εστιών.
Το 1999 η Ινδονησία εισβάλλει στο Ανατολικό Τιμόρ κλιμακώνοντας τις βαναυσότητες υπό την στρατιωτική-διπλωματική αιγίδα των ΗΠΑ-Βρετανίας και δολοφονώντας 200.000 άτομα, αριθμός ο οποίος αυξήθηκε όταν με γενναιότητα ο λαός ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας στο δημοψήφισμα. Ο Κλίντον απ’ τη μία συναινούσε στη χορήγηση όπλων προς καταστολή των εξεγερμένων κι απ’ την άλλη δήλωνε ευθαρσώς πως η δικαιοδοσία ανήκει στην Ινδονησιακή Κυβέρνηση να καταπαύσει ή όχι το πυρ. Οι ακτιβιστές εύλογα ωρύονταν πως η εξωτερική πολιτική είχε εισέλθει σε μία νέα εποχή «ευγενικής φάσης», καθώς οι ηγέτες της πολιτισμένης Δύσης άρχιζαν να ψευδολογούν για την αφοσίωσή τους σε «αρχές κι αξίες».
Ποιοι εμπορεύονται την απόγνωση;
Pages: 1 2